Μετά τον Γιανγκ: Ένα ανδροειδές απαντά στην ερώτηση “Τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος;”

«Με απασχολεί το φορτίο και η ομορφιά της καθημερινότητας»

Το βασικότερο θέμα της ενήλικης επιστημονικής φαντασίας, λογοτεχνικής και κινηματογραφικής, ήταν ανέκαθεν αυτό του ορισμού της ανθρώπινης υπόστασης, ο οποίος με τη ραγδαία ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης αποδεικνύεται όλο και περιπλοκότερος. Από το εμβληματικό “Εγώ, το ρομπότ” του Ισαάκ Ασίμοφ μέχρι την πρόσφατη “Εκπνοή” του Τεντ Τσιάνγκ, η συνάντηση ηθικής και βιοτεχνολογίας μοιάζει να απασχολεί πλέον την καλλιτεχνική κοινότητα το ίδιο έντονα με την επιστημονική, καθώς τα ερωτήματα όλων πολλαπλασιάζονται. Ο Αμερικανός συγγραφέας Αλεξάντερ Γουαϊνστάιν έθεσε μια σειρά από αυτά στη συλλογή διηγημάτων του “Children of the new world” (2016), από την οποία ο Νοτιοκορεάτης/Αμερικανός σκηνοθέτης Κογκονάντα διάλεξε να διασκευάσει για τη μεγάλη οθόνη το “Saying goodbye to Yang”. Σε αυτό το φουτουριστικό δημιούργημα με τίτλο “Μετά τον Γιανγκ” (“After Yang”) πρωταγωνιστούν οι Κόλιν Φάρελ, Τζόντι Τέρνερ-Σμιθ, Τζάστιν Μιν, και Μαλέα Εμμα Τζαντραγουιτζάζα. Η ταινία έκανε την πρεμιέρα της στο Φεστιβάλ των Καννών στα πλαίσια του τμήματος Ένα Κάποιο Βλέμμα, ενώ ξεχώρισε και στο Φεστιβάλ Σάντανς.

Continue reading “Μετά τον Γιανγκ: Ένα ανδροειδές απαντά στην ερώτηση “Τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος;””

Η γενιά του αίματος και της οργής: η αρχή μιας αναμενόμενης τριλογίας

Η Γενιά του Αίματος και της Οργής αποτελεί το συγγραφικό ντεμπούτο της Νιγηριανής-Αμερικανής συγγραφέα Tomi Adeyemi και το πρώτο μέρος στην τριλογία «Η Κληρονομιά της Ορίσα». Είναι ένα έργο που θα καθηλώσει τους λάτρεις της φαντασίας και όχι μόνο τόσο σαν βιβλίο όσο και κατά την αναμενόμενη μεταφορά του στην μεγάλη οθόνη.

Εκδοθέν ήδη από το 2018-2019 κατέκτησε αμέτρητες υποψηφιότητες και άλλα τόσα βραβεία εκείνης της περιόδου. Τα δικαιώματα για την ταινία πωλήθηκαν αμέσως, ενώ το συμβόλαιο που έκλεισε η Adeyemi με τον εκδοτικό οίκο ήταν ένα από τα πιο προσοδοφόρα που έχουν υπογραφεί ποτέ στον τομέα της νεανικής λογοτεχνίας . Μετά την μεγάλη επιτυχία που σημάδεψαν έργα όπως οι “Αγώνες Πείνας” ή το “Divergent”, έργα της νεανικής λογοτεχνίας που μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο σε παρόμοιο μοτίβο, η πορεία του βιβλίου αυτού θα λέγαμε πως ήταν κάπως προδιαγεγραμμένη.

Η Adeyemi έχτισε τον κόσμο της Ορίσα με βάση την κουλτούρα της Δυτικής Αφρικής, της Νιγηρίας και της φυλής των Γιορούμπα. Εξάλλου το γεγονός ότι η συγγραφέας έχει εντρυφήσει στον αφρικανικό πολιτισμό είναι αισθητό σε όλο το βιβλίο. Οι καταπιεστικές συμπεριφορές απέναντι στην πρωταγωνίστρια μοιάζουν να σχετίζονται με τα πρόσφατα γεγονότα των δολοφονιών των έγχρωμων διαδηλωτών από αστυνομικούς στις ΗΠΑ, αν και το βιβλίο είχε γραφτεί κάποια χρόνια νωρίτερα. Παραμένει, ωστόσο, και αναδεικνύεται πιο επίκαιρο από ποτέ. Ο θυμός, η οργή, η δύναμη που αποπνέει είναι απαραγνώριστα στοιχεία ενός συγγράμματος με ένταση συναισθήματος και ανησυχία. Το μυθιστόρημα είναι μια κραυγή αγωνίας που αντιτίθεται στις ζοφερές καταστάσεις των ημερών μας. Αυτό είναι, εξάλλου, που καθιστά τη Γενιά του Αίματος και της Οργής ένα από τα πιο σημαντικά βιβλία για το είδος που εκπροσωπεί των τελευταίων ετών. Άλλωστε, η λογοτεχνία δεν είναι αποκλειστικά συνυφασμένη με τον λυρισμό και με το ωραίο. Η τέχνη του λόγου υπηρετεί την αλήθεια, την όποια αλήθεια. Δεν διστάζει να στηλιτεύει το γίγνεσθαι, να επιχειρεί να διορθώσει τα κακώς κείμενα, να μάχεται. Η πένα της Adeyemi είναι λες και φτιάχτηκε για την μάχη αυτή.

Πριν από έντεκα χρόνια σε μια περιοχή που ονομάζεται Ορίσα ο Βασιλιάς Σαράν, αμείλικτος και ιδιαίτερα σκληρός εξαπέλυσε μια επίθεση που έμεινε γνωστή ως η Επιδρομή, τέλεσε ουσιαστικά μια γενοκτονία αφανίζοντας όσους μάγους ζούσαν εκεί. Δεν αρκέστηκε μόνο στους μάγους. Μαζί τους σκότωσε και τους θεούς. Κάθε σύνδεσμος με το παρελθόν και τους προγόνους εκείνη την μέρα χάθηκε . Ο Σαράν αποφάσισε να χαρίσει τη ζωή στα παιδιά που ήταν κάτω των δεκατριών ετών, αφού το χάρισμα της μαγείας θα εκδηλωνόταν σε αυτά αργότερα. Τα παιδιά αυτά ονομάστηκαν μεταφυσικοί. Ξεχώριζαν ακόμη από τους απλούς ανθρώπους, τους κοσιντάν, όχι μόνο λόγω των λευκών μαλλιών τους αλλά και της τεράστιας κενότητας στην ψυχή τους. Για το καθεστώς ήταν πολίτες δεύτερης κατηγορίας, περιθωριοποιημένη και συχνά θύματα κρατικών και μη βαναυσοτήτων. Οι συλλήψεις, οι ξυλοδαρμοί, οι φόροι ήταν ένα σύνηθες φαινόμενο.

Στο περιβάλλον αυτό ανατάφηκε η πρωταγωνίστρια του βιβλίου, η Ζελί, επίσης μεταφυσική. Μεγάλωσε σε ένα ψαροχώρι με τον πατέρα της και τον μεγαλύτερο αδερφό της, που και οι δυο ήταν κοσιντάν . Έχασε την ημέρα της Επιδρομής την μητέρα της, την δολοφόνησαν στρατιώτες του Βασιλιά μπροστά στα μάτια της. Έκτοτε τους μισεί θανάσιμα. Αν δεν υπήρχε στην ζωή της ο αδελφός της, Τζάιν, να την σώζει από όλες τις ταραχές που από μικρή μπλεκόταν, όντας παρορμητική και οξύθυμη, ίσως τα πράγματα να ήταν διαφορετικά για εκείνη. Προς το παρόν ζούσε μια φυσιολογική ζωή μέχρι να μπει στην ζωή της η πριγκίπισσα Αμαρί, που δραπέτευσε από το παλάτι και από τον άγριο πατέρα της, παίρνοντας μαζί της ένα αντικείμενο που έχει την ικανότητα να επιστρέφει τη μαγεία σε όποιον το αγγίζει. Αυτό το τρομερό αντικείμενοθα μπορούσε να επαναφέρει την μαγεία σε όλη την Ορίσα.

Η Ζελί μαζί με τον προστάτη της Τζάιν και την Αμαρί θα ξεκινήσουν ένα μακρύ και άκρως επικίνδυνο ταξίδι αναζήτησης απαντήσεων. Θέλουν την επιστροφή της μαγείας, αυτήν που πεισματικά αρνείται το καθεστώς . Αυτό αποκρυσταλλώνεται στο πρόσωπο του διαδόχου πρίγκιπα Ινάν, που τους καταδιώκει ανελέητα, σε κάθε τους βήμα. Κατά το κυνηγητό αυτό θα γνωρίσει τον έρωτα και την καταστροφή και θα κληθεί να παλέψει με τους δαίμονές του.

Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση αρχικά από τη Ζελί, την Αμαρί και τον Ινάν, κάνει το κείμενο ζωντανό και μας επιτρέπει να γνωρίσουμε καλύτερα τους χαρακτήρες και να διεισδύσουμε στην ψυχοσύνθεσή τους . Ο κόσμος που πλάθεται γύρω από τα πρόσωπα είναι πλούσιος και μαγικός, προσεγμένος ως την παραμικρή λεπτομέρεια. Οι σκέψεις των ηρώων, η ηθική τους, οι αμφιβολίες τους, τα συναισθήματα είναι δυνατά. Αυτό που κυριαρχεί, βέβαια, είναι το αίσθημα της αδικίας και της αγανάκτησης. Ο αναγνώστης που βλέπει στα μάτια των ανθρώπων της Ορίσα τον σημερινό μας κόσμο σε κάθε μια σελίδα επαναστατεί, ταυτίζεται. Η δράση και η περιπέτεια απλώνεται σε όλο το έργο, το οποίο μας κρατά αφοσιωμένους σε αυτό διαρκώς. Παράλληλα, οι χαρακτήρες είναι ρεαλιστικοί και φυσικοί, με τα ελαττώματα και τα προτερήματά τους. Η Ζελί είναι μια μαχήτρια, είναι γενναία και δυναμική, χωρίς το θάρρος να καταλήγει σε θράσος ή οίηση. Στον αντίποδα, η Αμαρί ξεκινά ως πιο εύθραυστη, ευαίσθητη, καλόκαρδη και φοβισμένη. Σταδιακά ωριμάζει, φανερώνει το πείσμα και την σταθερότητά της που συμπληρώνει η εξυπνάδα και η διορατικότητα του Τζάιν. Ο Ινάν είναι ο πιο ενδιαφέρων, ίσως, χαρακτήρας, ένας άνθρωπος που συγκρούεται αδιάλειπτα με τον ίδιο του τον εαυτό, αφού οι επιθυμίες του είναι αντιφατικές.

Η Ορίσα είναι ένα μεν φανταστικό μέρος αλλά δεν απέχει σημαντικά από τον πραγματικό μας κόσμο. Το σκούρο χρώμα δέρματος θεωρείται κατώτερο, ενώ οι πιο ανοιχτές αποχρώσεις πιο επιθυμητές, “ανώτερες”. Όποιος έχει χαρακτηριστικά διαφορετικά από τα κοινώς αποδεκτά καταλήγει παρίας, εξόριστος της κοινωνίας, όπως οι μεταφυσικοί. Βιώνουν την απόρριψη, τον ρατσισμό, την μισσαλλοδοξία. Όμως, όλα αυτά έχουν έδρα τον φόβο, τον φόβο για την διαφορετικότητα. Πρέπει να θυμόμαστε, ωστόσο, πως η μαγεία, όπως και στο βιβλίο φωλιάζει ακριβώς στις διαφορετικές από τις συνηθισμένες ψυχές αυτές. Και αν οι υπόλοιποι δεν το αναγνωρίζουν, πρέπει να αγωνιστούμε όπως η Ζελί , ώστε να το καταστήσουμε σαφές.

Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ιβίσκος στο πλαίσιο των κυκλοφοριών διεθνών best sellers! Παρά τον όγκο του, το χαρτί που έχουν επιλέξει είναι αρκετά ελαφρύ ώστε να διαβάζεται εύκολα. Η μετάφραση της Σύλιας Ζωιοπούλου δίνει μια όμορφη πνοή στο κείμενο, ενώ το εξώφυλλο και η γενικότερη επιμέλεια του έργου είναι προσεγμένα και ελκυστικά για τον αναγνώστη. Αν και μπορεί να συγκαταλεχθεί στην νεανική λογοτεχνία είναι ένα ανάγνωσμα για όλους όσους αγαπάμε την δράση, την δυστοπία και τα συγγράμματα με μηνύματα διαχρονικά και αξεπέραστα! Με ανυπομονησία περιμένουμε το δεύτερο μέρος, τη Γενιά της Αρετής και της Εκδίκησης μετά το ανατρεπτικό, θα λέγαμε, τέλος του πρώτου βιβλίου!

Το “Κουρδιστό Πορτοκάλι” του Άντονι Μπέρτζες: μια ηθική διαμάχη ανάμεσα στο “καλό” και το “κακό”

Το “Κουρδιστό Πορτοκάλι” του Άντονι Μπέρτζες, πρωτοδημοσιεύτηκε το 1962 και έμελλε να γίνει ένα από τα διασημότερα συγγραφικά διαμάντια της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Φουτουριστικό,αιχμηρό, σοκαριστικά ειλικρινές πλάθει μια δυστοπική κοινωνία γεμάτη βία, σεξ, και διαφθορά.

Ο Συγγραφεασ

Ο Τζον Άντονι Γουίλσον Μπέρτζες που έγραψε «Το κουρδιστό πορτοκάλι», είχε μια συγκλονιστικά ενδιαφέρουσα και ανατρεπτική ζωή. Γεννήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου του 1917 σε ένα προάστιο του Μάντσεστερ της Αγγλίας. Η οικογένεια του ανήκε στην μικροαστική τάξη και είχε ανατραφεί με καθολικά πρότυπα. Η μητέρα και η μεγαλύτερη αδερφή του Άντονι πέθαναν το 1919, από την επιδημία της Ισπανικής γρίπης. Ο θάνατος της μητέρας του στην τρυφερή ηλικία των δύο χρόνων, επηρέασε έντονα την ψυχοσύνθεση του Άντονι γεγονός που φαίνεται στα έργα που συνέγραψε τα επόμενα χρόνια. Ο πατέρας του Μπέρτζες διατηρούσε μια παμπ και αφιέρωνε όλο του τον χρόνο στην επιχείρηση. Ο Άντονι ανατράφηκε από την θεία του και έπειτα από τη μητριά του, όταν ο πατέρας του ξαναπαντρεύτηκε. Η κλίση του στις τέχνες ήταν εμφανής από μικρή ηλικία με ιδιαίτερη προτίμηση στη μουσική και την λογοτεχνία. Αποφάσισε να ασχοληθεί με τη μουσική όταν άκουσε ένα ορχηστικό ποίημα του συνθέτη Κλωντ Ντεμπυσσύ. Η οικογένεια του δεν είχε χρήματα για μαθήματα μουσικής και ο Μπέρτζες έμαθε αργότερα στα 14 του να παίζει πιάνο. Αν και ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές του σε μουσικό πανεπιστήμιο, η απόδοση του στα θετικά μαθήματα ήταν απογοητευτική και δεν πέρασε τις εξετάσεις στο μουσικό τμήμα του πανεπιστημίου. Έτσι, το 1940 αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο με πτυχίο Λογοτεχνίας και Αγγλικής Γλώσσας.

Μετά το πανεπιστήμιο, ο Μπέρτζες κατατάχθηκε στον στρατό και παρά την αποστροφή του προς την εξουσία και την πειθαρχία γρήγορα αναρριχήθηκε στα στρατιωτικά αξιώματα. Το πανεπιστημιακό του υπόβαθρο, η γλωσσική ευφράδεια και η γνώση ξένων ιδιωμάτων, εννέα στο σύνολο, είχαν ως αποτέλεσμα να υπηρετήσει στο σώμα του βρετανικού στρατού που ήταν υπεύθυνο για την εκπαίδευση και την τεχνική κατάρτιση των στρατιωτών. Ο Μπέρτζες κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου βρισκόταν στο Γιβραλτάρ και εκπαίδευε στρατιώτες. Η έγκυος γυναίκα του, Λιν Τζόουνς, με την οποία γνωρίστηκε όταν ήταν φοιτητής, ήταν στο Λονδίνο. Το 1942, κατά την διάρκεια ενός μπλακ-άουτ στο Λονδίνο, εξαιτίας του πολέμου, τέσσερις λιποτάχτες Αμερικανοί στρατιώτες εισέβαλαν στο σπίτι της Λιν και την κακοποίησαν σεξουαλικά. Η Λιν έχασε το παιδί και ο Μπέρτζες, επηρεασμένος από το τραγικό γεγονός, αργότερα στο «Κουρδιστό Πορτοκάλι» περιγράφει μια παρόμοια άγρια σκηνή βιασμού.

Το 1946 ο Μπέρτζες παραιτήθηκε από τον στρατό, γύρισε στην Αγγλία και έως το 1950 δίδασκε γλωσσολογία, Αγγλική λογοτεχνία και δράμα σε πανεπιστήμια και σχολεία της Βρετανίας. Το 1959 και ενώ δίδασκε Ιστορία σε κολλέγιο στο Μπρούνεϊ, κατέρρευσε μέσα στην τάξη. Οι γιατροί διέγνωσαν όγκο στον εγκέφαλο και πληροφόρησαν τον Άντονι ότι είχε μόλις 12 μήνες ζωής. Ο Άντονι Μπέρτζες επέστρεψε με τη γυναίκα του στην Αγγλία και επικεντρώθηκε στη συγγραφή βιβλίων. Έθεσε ως στόχο να γράψει και να εκδώσει μέσα σε ένα χρόνο δέκα ολόκληρα βιβλία! Επιθυμούσε με αυτό τον τρόπο να εξασφαλίσει οικονομικά την οικογένεια του. Για καλή του τύχη, η διάγνωση ήταν λανθασμένη καθώς οι γιατροί στην Αγγλία δεν βρήκαν κανένα στοιχείο που να υποδεικνύει όγκο στο κεφάλι. Τελικά, μέσα σε ένα χρόνο κατάφερε να ολοκληρώσει πέντε βιβλία. Έκτοτε, η συγγραφή έγινε η αποκλειστική του απασχόληση. Μέχρι τον θάνατο του είχε γράψει 33 βιβλία.

Αν και η συμβολή του στην λογοτεχνία και το δυστοπικό μυθιστόρημα του 20ου αιώνα ήταν καταλυτική, ο Άντονι Μπέρτζες προτιμούσε ο κόσμος να τον θυμάται περισσότερο σαν συνθέτη και λιγότερο σαν συγγραφέα. Το παράπονο του αποτύπωσε σε συνέντευξη του σε εφημερίδα: «Εύχομαι ο κόσμος να με θυμάται ως το μουσικό που συγγράφει και όχι ως τον συγγραφέα που συνθέτει μουσική». Μάλλον η επιθυμία του δεν έγινε πραγματικότητα…

το βιβλιο

Μια παρέα εφήβων, με αρχηγό τον Άλεξ, επιδίδεται σε εγκληματικές συμπεριφορές –αντλώντας ευχαρίστηση και χρήματα από τις παραβατικές τους πράξεις. Πολύ σύντομα, φτάνουν στο φόνο και ο Άλεξ συλλαμβάνεται και έρχεται αντιμέτωπος με ένα ιδιόμορφο πρόγραμμα σωφρονισμού. Του δίνεται το δικαίωμα επιλογής να ενταχθεί σε ένα πρόγραμμα το οποίο βρίσκεται υπό δοκιμή το οποίο και έχει ως μοναδικό σκοπό την καταστολή οποιουδήποτε βίαιου συναισθήματος ή συμπεριφοράς, επιτρέποντάς του να επανενταχθεί στο κοινωνικό σύνολο ως ένας κανονικός, ενάρετος πολίτης. Τα πράγματα όμως, εξελίσσονται πολύ διαφορετικά απ’ όσο ο Άλεξ πίστευε και το να αποτελέσει και πάλι μέλος του συνόλου, είναι πολύ πιο δύσκολο απ’ όσο θα φανταζόταν. Έτσι, από θύτης θα μετατραπεί σε ένα πειραματόζωο προκειμένου να απεμπολίσει κάθε βίαιη συμπεριφορά του. Μετά το τέλος της θεραπείας ο Άλεξ θα βρει απέναντί του την εχθρικότητα των ανθρώπων που πλήγωσε, και μια ολόκληρη  κοινωνία να τον καταδικάζει.

Τα ερωτήματα που τίθενται στο βιβλίο του Άντονι Μπέρτζες είναι αναρίθμητα. Τι είναι προτιμότερο: ένας εγκληματίας με ελεύθερη βούληση ή ένας άβουλος υπάκουος πολίτης; Ο άνθρωπος μπορεί να αλλάξει, να καταπολεμήσει τα ένστικτα του; Ποια είναι η αποτελεσματικότητα του σωφρονισμού; Μπορεί ένας εγκληματίας να επανανταχθεί ομαλά στο κοινωνικό σύνολο; Μπορεί κάποιος κακοποιός να αποκτήσει εξουσία ή αυτός που εξουσιάζει μπορεί να κακοποιό στοιχείο; Ο Μπέρτζες δε δίνει απαντήσεις σε όλα αυτά τα ερωτήματα, αντιθέτως, με την πένα του τροφοδοτεί μια ηθική διαμάχη μεταξύ καλού και κακού. Με το έργο του αυτό, αφυπνίζει, θίγει την αυθαιρεσία του συστήματος και θέτει στο επίκεντρο όχι μόνο την έκδηλη σωματική βία αλλά την υποδόρια  κυβερνητική, πολιτική βία.

Κάτι ακόμη που καθιστά αυτό το κείμενο ξεχωριστό, είναι το γεγονός πως ο συγγραφέας υιοθετεί τη γλώσσα των εφήβων της εποχής του, τη “νάντσατ”, ένα συνονθύλευμα αγγλικών και ρωσικών λέξεων. Με αυτό τον τρόπο, ο αναγνώστης έρχεται πιο κοντά με τους νέους και πρωταγωνιστές του βιβλίου και αντιλαμβάνεται ευκολότερο την ιδιοσυγκρασία τους και τη συναισθηματική τους κατάσταση. Παράλληλα, διατηρείται ζωντανό το ενδιαφέρον του αναγνώστη.

Αυτό επιτυγχάνεται ήδη από τον τίτλο του βιβλίου του. Το λεκτικό αυτό σχήμα δεν είναι διόλου τυχαίο και ασύμφωνο με την υπόθεση του έργου. Ο Μπέρτζες επέλεξε ένα φυσικό στοιχείο, το πορτοκάλι, έναν οργανισμό όπως αυτό του ανθρώπου, το οποίο κουρδίζεται, ελέγχεται, ποδηγετείται.

Το βιβλίο αποτελείται από 21 κεφάλαια, όσα είναι δηλαδή και τα χρόνια που έπρεπε  να συμπληρώσει κάποιος για να ενηλικιωθεί στη Βρετανία. Ωστόσο, ο αμερικανός εκδότης W.W Norton -όπως και ο σκηνοθέτης της ταινίες, Στάνλεϊ Κιούμπρικ, παρέλειψε το 21ο κεφάλαιο, στο οποίο ο Άλεξ παρουσιάζεται μετανιωμένος, να απολαμβάνει τον έγγαμο βίο και να ζει μια ήρεμη ζωή. Ο Μπέρτζες έχει δηλώσει ότι έγραψε το βιβλίο σε τρεις μόλις εβδομάδες και ότι ήταν το λιγότερο αγαπημένο του καθώς πίστευε ότι  η λογοτεχνική του αξία επισκιάστηκε από τα ηθικούς και κοινωνικούς προβληματισμούς που θέτει.

Το βιβλίο κυκλοφορεί, πιστό στην πρωτότυπη μορφή του από τις εκδόσεις Anubis και μπορείτε να το προμηθευτείτε εδώ.

η κινηματογραφικη μεταφορα

Το 1971, το «Κουρδιστό Πορτοκάλι» μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Η ταινία περιείχε σκληρές σκηνές βίας και την περίοδο που προβλήθηκε σε αρκετές χώρες ξέσπασε κύμα εγκληματικότητας με πολλούς παραβάτες-μιμητές των πρωταγωνιστών. Η προβολή της ταινίας απαγορεύτηκε σε αρκετές χώρες. Ο σκηνοθέτης ήταν έξαλλος με την απόφαση και απαίτησε όσο είναι εν ζωή η ταινία να μην προβληθεί στην Αγγλία. Γι’αυτό το λόγο, δεν προβλήθηκε στη Μεγάλη Βρετανία, μέχρι τον θάνατο του, το 1999. Παρ’ όλο που όπως αναφέρθηκε, ο Μπέρτζες στο τέλος του βιβλίου παρουσιάζει τον Άλεξ αναμορφωμένο και συνειδητοποιημένο ότι η βία ήταν απλώς το καταφύγιο της νεανικής του πλήξης, ο Κιούμπρικ στη μεταφορά του έργου στον κινηματογράφο επέλεξε να εμφανίσει τη νεανική βία εγγενές χαρακτηριστικό, αδύνατο να εξαλειφθεί από τα προγράμματα της πολιτείας. Έτσι,στο κινηματογραφικό σενάριο  ο Άλεξ λίγο μετά την αποφυλάκισή του επιστρέφει στο εγκληματικό παρελθόν του. Το 1987, ο Μπέρτζες έπειτα από πολλές συνεντεύξεις και άρθρα γνώμης που εξέφραζε την αρνητική του άποψη για το τέλος της ταινίας, διασκεύασε ο ίδιος το βιβλίο του για θεατρική παράσταση, συμπεριλαμβανομένου και του 21ου κεφαλαίου.

Πηγές

Το Κουρδιστό Πορτοκάλι

Το ταξίδι ενός εμβληματικού μυθιστορήματος από το χαρτί στη μεγάλη οθόνη. Μερικές  άγνωστες αλήθειες για το “Κουρδιστό Πορτοκάλι” του Άντονι Μπέρτζες.

«Το κουρδιστό πορτοκάλι». Η σκληρή κόντρα του συγγραφέα με τον Κιούμπρικ για παραποίηση του βιβλίου του. Η σκηνή του βιασμού ήταν εμπνευσμένη από την κακοποίηση της έγκυου συζύγου του…

ΤΟ ΚΟΥΡΔΙΣΤΟ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙ

Ο τρελός Αδάμ της Μάργκαρετ Άτγουντ

Όταν τα γουρούνια γίνουν οργούνια και οι άνθρωποι μπλε, ο Τζίμυ θα τριγυρνά σα ναυαγός…

Μελετώντας έναν από τους όχι και τόσο χιμαιρικούς κόσμους της Μάργκαρετ Άτγουντ

Είναι πολύ σπάνιο, έως κι αδύνατο ένας αναγνώστης να έχει την ανάγκη να ζήσει σε κοινωνίες εξωφρενικές, ζοφερές. Είναι όμως σίγουρο πως στους κόσμους που πλάθει με την πένα και τον νου της η Μάργκαρετ Άτγουντ, ο καθένας θα ήθελε να ζήσει, έστω και για λίγο, μόνο και μόνο ώστε να του φύγει η περιέργεια, να καταλήξει στο συμπέρασμα πως εμείς οι άνθρωποι είμαστε ικανοί για το χειρότερο, όμως και για το καλύτερο.

Ποιος δε θα ήθελε να γνωρίσει τη θαρραλέα πορφυρή δούλη που ανήκει στην οικία των Γούοτερφορντ, τη μυστηριώδη και καυστική Ζένια, τη γοητευτική Όρυξ, την όχι και τόσο αφελή Σαρμέιν, την κλώσα Ευρύκλεια και την ξεπεταγμένη Ελένη της Τροίας, την επικίνδυνη Γκρέις; Ποιος δε θα ήθελε να περάσει ένα απόγευμα με τον Τζίμυ τον Χιονάνθρωπο και τον οξυδερκή Κρέικ; Με άλλα λόγια, ποιος δε θα ήθελε να συνομιλήσει με τους χαρακτήρες της Άτγουντ;

Εδώ ακριβώς έγκειται και η πραγματική επιτυχία της συγγραφέως. Καθώς περιγράφει κόσμους και κοινωνίες αλλοιωμένες και νοσηρές, στο παρελθόν, στο παρόν, αλλά και στο μέλλον, καταφέρει να παρουσιάσει χαρακτήρες ανθρώπινους, γεμάτους ελαττώματα, όμως η γραφή της είναι ικανή να εντρυφήσει μέσα τους και να τους παρουσιάσει ευάλωτους, σκληρούς, ευαίσθητους και τρυφερούς.

Επίσης, ποιος μπορεί να μην ανατριχιάσει στην παρουσίαση της απολυταρχικής δημοκρατίας της Γίλεαδ ή στην πόλη της Χρονοκράτησης; Ποιος δε θα εξαγριωνόταν με τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και της φύσης, όπως διαπράττονται στην τριλόγια Madaddam; Ποιος δε θα συμφωνούσε με την άποψη που διατυπώνει στην Πηνελοπιάδα, ότι οι θεραπαινίδες στο παλάτι της Ιθάκης, υπέφεραν στα χέρια των μνηστήρων και δε θα αγανακτούσε με τον Οδυσσέα που ουσιαστικά δεν τις λυτρώνει, αλλά τις τιμωρεί;

Oryx and Crake - Wikipedia

Το βιβλίο της Μάργκαρετ Άτγουντ «Όρυξ και Κρέικ» αποτελεί μια σημαντική παρακαταθήκη για όσους αγαπούν να διαβάζουν για το μέλλον. Τι γίνεται όμως, όταν το μέλλον είναι δυσοίωνο; Πόσο εύκολο είναι να γράψει κάποιος ένα βιβλίο που πραγματεύεται τόσο σκοτεινά θέματα, όπως η κλωνοποίηση, η παιδική κακοποίηση, η καταστροφή του κόσμου και με το λεπτό και ειρωνικό χιούμορ, να κατορθώνει να κάνει αρεστά και θελκτικά τα θέματα αυτά και τους ατελείς χαρακτήρες του;

Η Άτγουντ παρουσιάζει μια κοινωνία του μέλλοντος, στην οποία κυρίαρχη είναι η νοσηρότητα στις ζωές των ανθρώπων. Από τις πρώτες κιόλας σελίδες του έργου, η συγγραφέας αποδεικνύει πως ο κόσμος αυτός, που με αναμνήσεις του πρωταγωνιστή θα ξετυλίγεται, στάθηκε αδύνατο να αντέξει και παρήκμασε. Δεν υπάρχουν άνθρωποι, παρά μόνο ο Τζίμυ ο Χιονάνθρωπος, ο οποίος συνομιλεί με μια ομάδα απόκοσμων ανθρωποειδών πλασμάτων, δημιουργημάτων των επιστημόνων σε ειδικά εργαστήρια. Όμως δεν είναι μόνο με αυτούς. Στο μυαλό του συνέχεια υπάρχει μια συνομιλία με μια γυναίκα.

Ο Τζίμυ, παίρνοντας την απόφαση να επιστρέψει στο συγκρότημα όπου ζούσε, ώστε να βρει εφόδια, καθώς έχει απομείνει μόνος και τίποτα πλέον δε λειτουργεί, εγκαταλείπει τους ανθρώπους που πλάστηκαν κατ’ εικόνα ανθρώπου και ξεκινά ένα ταξίδι κυρίως αναθυμήσεων μιας ζωής που είναι αδύνατο να υπάρξει πάλι.

Ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να γνωρίσει τον Τζίμυ από μικρό παιδί, να μεγαλώνει και να ανδρώνεται, με αλλαγές να συντελούνται τόσο στην ψυχή και το σώμα του, όσο και γύρω του. Οι επιστήμονες κάνουν άλματα, δημιουργώντας νέα είδη ζώων στα εργαστήριά τους, νέα φάρμακα, νέες βιταμίνες, νέες τροφές, ενώ υπάρχουν κι αυτοί που αντιτάσσονται στην τάση της εποχής που θέλει την τεχνολογία κυρίαρχη της φύσης και των κανόνων της γης, ώστε προκύπτουν δύο αντίπαλα στρατόπεδα τα οποία προσπαθούν να υπερισχύσουν.

Oryx and Crake by Atwood, Margaret

Ο Τζίμυ δεν αργεί να γνωρίσει τον χαρισματικό Κρέικ και μαζί μυούνται στον ηλεκτρονικό κόσμο των υπολογιστών και του διαδικτύου, παράλληλα με την ανέλιξη των σπουδών τους. Έτσι, ανακαλύπτουν σκοτεινές πτυχές που μαστίζουν τις κοινωνίες, όπως οι εκτελέσεις, οι αποπλανήσεις και οι παραπλανήσεις ανηλίκων, μέχρι και οι στυγνοί βιασμοί. Έτσι θα γνωρίσουν την Όρυξ, ένα κορίτσι το οποίο θα τους στιγματίσει κι ο ρόλος της θα είναι κομβικός στην εξέλιξη της ιστορίας.

Όσο τα χρόνια προχωρούν, ο Κρέικ γίνεται κι ο ίδιος μέλος των επιστημόνων, ενώ ο Τζίμυ στέκεται στο πλευρό του και τον παρατηρεί να μεγαλουργεί επινοώντας νέα πλάσματα και κάνοντας πλήθος τεχνολογικών καινοτομιών. Ο αναγνώστης δεν είναι σε θέση να γνωρίζει τι πάει στραβά μέχρι το τέλος του βιβλίου, όμως αυτό που αποδεικνύεται μέσα από τις εξωφρενικές ανακαλύψεις και πειράματα είναι πως ο άνθρωπος δεν είναι παντοδύναμος και οι παρεμβάσεις του στον πλανήτη και τα όντα του είναι σχεδόν σίγουρο πως θα αποβούν μοιραίες για όλους.

Πέραν της εξωπραγματικής, αλλά και τολμηρής τεχνολογικής εξέλιξη της κοινωνίας που παρουσιάζει η Άτγουντ, η συγγραφέας προσφέρει τρεις χαρακτήρες γεμάτους πάθη και μυστήριο, που βρίθουν από σκέψεις που προκαλούν και πράξεις που ταράσσουν. Ο Τζίμυ, είναι ένα αγόρι που μεγαλώνει σ’ έναν κόσμο με μελανά σημεία και προσπαθεί να διατηρήσει τα λογικά του, όταν ο κόσμος αυτός που γνωρίζει στον οποίο όμως δεν ταιριάζει η ψυχή του, διαλύεται. Μέσα από τα μάτια του, γνωρίζουμε τον ευφυέστατο Κρέικ, έναν νέο που δείχνει ψυχρός και υπολογιστικός, αρκετά χειριστικός, ικανός να ανέλθει με το μυαλό του και μόνο. Όμως όσον αφορά τη φιλία του με τον Τζίμυ, η οποία στοιχειώνει τον τελευταίο, αφού πρώτα τον καθορίζει, τα πράγματα εισέρχονται σε μια γκρίζα ζώνη, όπου τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται και ποτέ ο αναγνώστης μπορεί να είναι σίγουρος για το αν είναι αληθινή. Τέλος, η Όρυξ, μια κοπέλα που οι δύο νέοι γνωρίζουν μέσα από βίντεο στο διαδίκτυο, αποτελεί τη λυδία λίθο για τη σχέση μεταξύ του Τζίμυ και του Κρέικ, καθιστώντας την ουσιαστικά τον πιο βασικό χαρακτήρα, εκείνη που καθορίζει τις πιο σκληρές αποφάσεις των ηρώων.

Το «Όρυξ και Κρέικ» πρόκειται για ένα αριστούργημα της σύγχρονης λογοτεχνίας. Ο δυστοπικός κόσμος που γνωρίζουν οι αναγνώστες θα μπορούσε να γίνει η πραγματικότητα και η καθημερινότητα μόλις σε λίγα χρόνια. Είναι ένα βιβλίο που δείχνει πώς μπορεί να εκπέσει το ανθρώπινο γένος και πως η προσωπική ηθική είναι αυτή που μπορεί να σώσει τα άτομα από τον ίδιο τους τον εαυτό και το μυαλό τους. Δεν υπάρχει αγάπη πραγματική, οι χαρακτήρες δε μεγαλώνουν με αγάπη και ίσως αυτό τους στοιχίζει την ψυχική τους γαλήνη μέχρι το τέλος, με απόρροια να χάνουν την ελπίδα για το μέλλον.

Όμως η ζωή ποτέ δεν τελειώνει, ο Τζίμυ εξακολουθεί να υπάρχει, η γη εξακολουθεί να γυρίζει. Κι ενώ όλα δείχνουν μάταια, πάντα θα υπάρχει μια χαραμάδα φως. Μια ελπίδα πως δεν είμαστε μόνοι. Και μια ελπίδα πως όσοι θα συναντήσουμε, δεν είναι χειρότεροι απ’ όσους συναντήσαμε.

Χάρης Μποϊντάς

“Alias Grace”: ένα τρομακτικά επίκαιρο πορτραίτο της πατριαρχικής κοινωνίας

«Τορόντο, 1843. Η δεκαεξάχρονη καμαριέρα Γκρέις Μαρκς δικάζεται για την εν ψυχρώ δολοφονία του αφεντικού της Τόμας Κίνεαρ και της οικονόμου και ερωμένης του Νάνσι Μοντγκόμερι. Ο “συνένοχός” της, ο σταβλίτης Τζέιμς ΜακΝτέρμοτ, οδηγείται στην κρεμάλα κι εκείνη τιμωρείται με ισόβια. Δεκαέξι χρόνια μετά, ο δόκτωρ Σάιμον Τζόρνταν, πρωτοπόρος ψυχίατρος και αυθεντία σε θέματα αμνησίας, οδηγεί βήμα βήμα την Γκρέις σ’ ένα συγκλονιστικό ταξίδι στο παρελθόν: ο δρόμος της ξενιτιάς από την Ιρλανδία στον Καναδά, ο θάνατος της μητέρας της, η σημαδιακή φιλία της με την άτυχη υπηρέτρια Μαίρη Γουίτνι. Και πάνω απ’ όλα, η κρίσιμη ώρα του διπλού φονικού, θαμμένη στην πιο σκοτεινή γωνιά του μυαλού της. Είναι τελικά μια μοιραία γυναίκα, μια ψυχρή δολοφόνος, η προσωποποίηση του Κακού; Ή μήπως ένα αδύναμο και άβουλο θύμα στα χέρια του αχαλίνωτου Τζέιμς ΜακΝτέρμοτ;».

Alias Grace: Η διαχρονική λαίλαπα της στυγνής πατριαρχίας | LiFO

Μετά τo “The Handmaid’s Tale” (διαβάστε το αφιέρωμά μας στην αγαπημένη αυτή σειρά εδώ), τη σειρά που βασίστηκε στο μυθιστόρημα της Margaret Atwood που σάρωσε τα τηλεοπτικά βραβεία Emmy, σειρά έχει το “Alias Grace” (“Το Άλλο Πρόσωπο της Γκρέις”), επίσης της Atwood, το οποίο είναι διαθέσιμο και στο ελληνικό Netflix.

The Handmaid's Tale and Alias Grace: two series, one powerful message -  Radio Times

Η σειρά, η οποία είναι παραγωγής του καναλιού CBC (της Καναδικής δημόσιας τηλεόρασης δηλαδή) με συνέταιρο – χορηγό το Netflix που την “στριμάρει” για τον υπόλοιπο πλανήτη, αποτελεί έμπνευση και δημιουργία της σπουδαίας ηθοποιού/ συγγραφέως / σκηνοθέτριας Σάρα Πόλεϊ που έγραψε και το σενάριο, ενώ την σκηνοθεσία υπογράφει η Μαίρη Χάρον, γνωστή για το «I Shot Andy Warhol» και κυρίως για την κινηματογραφική μεταφορά του «American Psycho».

Το “Alias Grace” είναι μια παραγωγή μυστηρίου και γκόθικ τρόμου 6 επεισοδίων από το Netflix, που περιλαμβάνει σφραγίδες της Atwood, όπως η ανισότητα μεταξύ των φύλων και η εκμετάλλευση των κατώτερων τάξεων και των μεταναστών. Με μία όμως βασική διαφορά και μία βασικότερη ομοιότητα από το “The Handmaid’s Tale”.

Εάν το “The Handmaid’s Tale” απεικόνιζε ένα δυστοπικό μέλλον που έχει στερήσει ολοκληρωτικά τα ανθρώπινα δικαιώματα από τις γυναίκες, το “Alias Grace” ταξιδεύει σ’ ένα παρελθόν που τα δικαιώματα αυτά ανήκαν ακόμη στη σφαίρα της φαντασίας. Και οι δύο σειρές ωστόσο, η μία μεταδίδοντας από τη συχνότητα του πριν και η άλλη από του μετά, δεν θα μπορούσαν να έχουν συντονιστεί περισσότερο με το σήμερα.

Alias Grace: Η διαχρονική λαίλαπα της στυγνής πατριαρχίας | LiFO

Το πρώτο επεισόδιο ξεκινά με επίγραμμα το ποίημα υπ’ αριθμόν 69 της Έμιλι Ντίκινσον: «Δεν χρειάζεται να είναι κανείς Θάλαμος – για να είναι στοιχειωμένος / δεν χρειάζεται να είναι Σπίτι / το μυαλό έχει Διαδρόμους – που υπερβαίνουν τον Υλικό Χώρο …».

Είναι μια πρώτη προφανής ένδειξη της κατεύθυνσης του βιβλίου (και της σειράς κατ’ επέκταση) προς μια διαχρονική κριτική και καταγγελία της κατάχρησης εξουσίας (ακόμα και στη γλώσσα) των αντρών εις βάρος των γυναικών καθώς και της έμφυλης (αλλά και της ταξικής) βίας, με φόντο τη βικτωριανή εποχή σε σέπια, μουντές και δυσοίωνες αποχρώσεις.

Alias Grace: In Praise of Conniving Women

Λίγες μέρες πριν η νέα σειρά κάνει πρεμιέρα στο Netflix, η Βουλή των Αντιπροσώπων των Ηνωμένων Πολιτειών περνούσε ένα νομοσχέδιο που περιόριζε τη δυνατότητα έκτρωση. Η ζωή της Grace Marks, κεντρικής ηρωίδας του σόου που ενσαρκώνεται εκπληκτικά από την ανερχόμενη Sarah Gadon, αντηχεί αυτήν την πολιτική εξέλιξη και όχι μόνο. Το ίδιο κάνει και η καταπιεσμένη δική της σιωπή και των υπολοίπων θυμωμένων γυναικών της ιστορίας, τις ίδιες μέρες που τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα σεξουαλικής βίας και παρενόχλησης στο Χόλιγουντ είναι τόσα που δεν προλαβαίνουν να φτάσουν στο πιεστήριο.

Η Grace βασίζεται σε μια αληθινή Ιρλανδή μετανάστρια που μετακόμισε ως έφηβη στον Καναδά τον 19ο αιώνα για να εργαστεί ως υπηρέτρια, και αργότερα κατηγορήθηκε μαζί με τον επιστάτη της φάρμας όπου εργαζόταν για τον διπλό φόνο του αφεντικού τους και της οικονόμου. Τα λίγα στοιχεία για τη Grace που επιβιώνουν ως σήμερα – κυρίως βάσει μαρτυριών από τη δίκη της – είναι διφορούμενα. Για κάποιους ήταν ψυχρή και ικανή για το έγκλημα που είχε τότε συγκλονίσει όλη τη χώρα, για άλλους πολύ κουτή για να το έχει διαπράξει.

The Poetry of Alias Grace - PROVOKR

«Η λέξη ‘φόνισσα’ μοιάζει θαμπή και καταπιεστική όπως τα νεκρά λουλούδια σ’ ένα βάζο, ενώ η λέξη ‘φονιάς’ ακούγεται στεγνά κτηνώδης, σαν τον ήχο σφυριού που χτυπά το μέταλλο. Θα προτιμούσα να είμαι ‘φόνισσα’ παρά ‘φονιάς’ αν αυτές ήταν οι μόνες επιλογές».

Το “Alias Grace” εκμεταλλεύεται όλες αυτές τις περιγραφές, για να συναρμολογήσει τελικά ένα αινιγματικό προφίλ μιας γυναίκας με κενά μνήμης που εξιστορεί τη ζωή της σε έναν ψυχίατρο, χωρίς όμως ποτέ να κερδίζει την εμπιστοσύνη ενός αξιόπιστου αφηγητή. Διέπραξε τους φόνους ή έπεσε θύμα εκμετάλλευσης;

Το κενό αλλά διαπεραστικό της βλέμμα αποκρύβει κάθε απόπειρα διείσδυσης στα τραύματα, τα κίνητρα και τις προθέσεις της, που μοιράζεται μόνο με μας αλλά σπανίως με όσους την αντιμετωπίζουν ως «αντικείμενο νοσηρής περιέργειας.

Alias Grace | Netflix Official Site

Και εάν διέπραξε τους φόνους, το έκανε συνειδητά, είχε κυριευθεί από το πνεύμα της νεκρής της φίλης, ή μήπως πάσχει από διαταραχή προσωπικότητας; Όλα αυτά τα σενάρια παίζουν με ίσες πιθανότητες, αλλά είναι ο έλεγχος της αφήγησής τους από τη Γκρέις που κάνει την εντυπωσιακή μεθοδικότητα της σειράς να συναρπάζει.

Alias Grace's Costume Designer on What to Wear to a Murder Trial - Racked

Ο κακοποιητικός πατέρας, ο ανειλικρινής εραστής, ο ευγενικός σύζυγος που αντιμετωπίζει τα ψυχολογικά τραύματα σχεδόν ηδονοβλεπτικά, όλοι τους θέλουν να σκαλίσουν τα σωθικά της Grace και των γυναικών που την περιβάλλουν, για να εκθέσουν όλα όσα εκείνες πασχίζουν να κρατήσουν δικά τους σε έναν κόσμο που τις τιμωρεί καθημερινά για το φύλο τους. Όταν το θύμα όμως μάθει να ελίσσεται μέσα στην επιβεβλημένη σιωπή, βρίσκεται τελικά οπλισμένο. Και όταν το όπλο στρέφεται και εναντίον του θεατή, τότε το “Alias Grace” απογειώνεται.

Bingeworthy Breakdown: 'Alias Grace' Is Compelling, Fantastic

ΠΗΓΕΣ: https://www.lifo.gr/articles/tv-series/167364 , https://www.oneman.gr/entertainment/alias-grace-netflix-series-review/ , https://www.yourate.gr/series/item/5816-alias-grace.html

The Handmaid’s Tale: η τρομακτική δυστοπία που πρέπει να παραμείνει fiction

Αποτέλεσμα εικόνας για handmaids tale

Το 2017 συνέβη κάτι τεράστιο στον χώρο της μικρής οθόνης. Η σειρά The Handmaid’s Tale είναι μια δυστοπία όχι αυτού που θα μπορούσε να εμφανιστεί. Αλλά εκείνου που έχει απαντήσει σε πολλές περιπτώσεις η ιστορική καταγραφή. Και αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά του έργου σε σχέση με άλλα.

Μέχρι σήμερα το τηλεοπτικό πεδίο αναζητούσε τις δυστοπίες που ενέχουν μέσα τους μια ισχυρή δόση φουτουρισμού. Αφορούν δηλαδή μια αποκλίνουσα προοπτική ενός μέλλοντος που ο άνθρωπος θέλει και κυνηγάει εδώ και χρόνια. Πλέον, έχουμε το πρώτο δείγμα από ένα είδος δυστοπίας που διαφέρει. Δεν το αποζητά η κοινωνία, γιατί έδωσε και εξακολουθεί να δίνει αγώνες για να το εξαλείψει.

Η ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ ως επιστέγασμα όσων περιφρονητικών έχει πει για τις γυναίκες έδωσε το έναυσμα για θεωρήσεις ότι το The Handmaid’s Tale ίσως να έχει χαρακτήρα ντοκιμαντέρ. Το βιβλίο της Μάργκαρετ Άτγουντ που το Hulu μετέτρεψε σε σειρά, ευτυχώς ως σήμερα δεν περιέχει κάποιο ντοκιμαντερίστικο στοιχείο. Είναι fiction και εκεί θα (πρέπει να) παραμείνει. Πρόκειται για μια ιστορία εμπνευσμένη και γραμμένη από μια γυναίκα που κατάφερε να μην οριστεί από το αρσενικό σε μια πιο βαθιά συντηρητική εποχή, πίσω στο 1985. Ίσως στάθηκε τυχερή γιατί γεννήθηκε στον Καναδά. Σε κάθε περίπτωση η πολύ δραστήρια Άτγουντ θέλησε να κάνει χαρτί, λέξεις, συνεκτικότητα και κυρίως φαντασία, εκείνο που κάποτε υπήρξε, αλλά δεν θα ξαναϋπάρξει.

Αποτέλεσμα εικόνας για handmaids tale poster season 2

Το σύμπαν του βιβλίου και πλέον της σειράς μιλάει για ένα καθεστώς. Οι ΗΠΑ δεν υπάρχουν πια. Υπάρχει η Νέα Αγγλία ή το Κράτος του Γκίλεντ. Οι Γιοι του Ιακώβ, μια φαλλοκρατική αίρεση, κατέλυσε το πολίτευμα και εγκαθίδρυσε τον κόσμο όπου η γυναίκα είναι πιο υπό κι από υπό. Κεντρική φιγούρα είναι η υπηρέτρια Offred(Of Fred, δηλαδή ανήκει στον κύριο της/συσχετισμός και με το offered, δηλαδή αυτή που προσφέρεται). Η θέση της Offred (Elisabeth Moss) στη νέα τάξη πραγμάτων βρίσκεται στον πάτο της κοινωνικής κλίμακας. Στην κάστα των Marthas. Υπάρχουν γυναίκες με καλύτερη μοίρα από αυτήν. Όχι για κάποιον άλλο λόγο, αλλά επειδή χρειάζεται ένας βοσκός να μαζεύει τα πρόβατα.

Σχετική εικόνα

Οι υπηρέτριες έχουν έναν σκοπό: την υποταγή στον αφέντη. Υποταγή όχι μόνο με τα μάτια, αλλά και με το σώμα. Δεν υποχρεούνται να κατεβάζουν το βλέμμα και να κρύβονται από την κοινή θέα. Υποχρεούνται να κάνουν έρωτα με τον αφέντη τους για να τις γονιμοποιήσει και μετά να τους πάρει το παιδί. Κι όχι μόνο με τον αφέντη. Με κάθε αρσενικό. Η ανώτερη θέση που μπορεί να πάρει μια γυναίκα στη χώρα του Γκίλεντ είναι σύζυγος κάποιου αφέντη. Έχει περισσότερες ανέσεις και ελευθερίες σαφώς, όμως οφείλει να κανονίζει τις ερωτικές συνευρέσεις του άντρα της. Στο Handmaid’s Tale αυτόν τον ρόλο τον έχει η Yvonne Strahovski.

Αποτέλεσμα εικόνας για serena and offred

Η ιστορία εστιάζει στην κεντρική ηρωίδα, Offred, η οποία ενώ ζούσε μια κανονική οικογενειακή ζωή, από την μια μέρα στην άλλη, θρησκόληπτοι διέλυσαν την οικογένεια της, της πήραν την κόρη, της άλλαξαν το όνομα και την έκαναν σκλάβα του σεξ στην ίδια της τη χώρα. Σε μια χώρα στην οποία πλέον κυριαρχεί η βία και ο θάνατος για όποιον δεν θέλει να μπει στα καλούπια του νέου καθεστώτος, η Offred προσπαθεί να βρει την κόρη της και να επιβιώσει χωρίς να χάσει τον εαυτό της και να ανακαλύψει αν υπάρχει κάποια διέξοδος από αυτό τον εφιάλτη. Και θα το κάνει πάση θυσία.

Με τις εκφράσεις να αντικαθιστούν το make up στο καθαρό πρόσωπό της, η γνωστή από το «Mad Men», Elisabeth Moss, μπαίνει στο κέντρο της κάμερας και καθρεφτίζει στις αντιδράσεις της την πάλη μιας γυναίκας να επιβιώσει σε ένα πατριαρχικό σύστημα. Από την υποταγή μέχρι τον πόνο και από την απόγνωση μέχρι τα νεύρα, αυτή η πρωταγωνίστρια δικαίως πήρε και το Emmy καλύτερης ηθοποιού σε δραματική σειρά.

Αποτέλεσμα εικόνας για handmaids tale

Όπως λέει και ο Guardian, μετά το τέλος κάθε επεισοδίου σου παίρνει ώρα να βγεις από την οθόνη και να γυρίσεις στην πολύχρωμη πραγματικότητα. Η τηλεόραση σκουραίνει, τα ρούχα παίρνουν συγκεκριμένη απόχρωση και παίζουν τον δικό τους ρόλο και ένας καινούργιος περίεργος κόσμος ανοίγεται μπροστά σου.

Δεν είναι πολλές οι σειρές που μπορούν να σε ακουμπήσουν με αυτόν τον τρόπο. Μετά από ορισμένα επεισόδια νιώθεις πραγματική απέχθεια για το ανθρώπινο γένος και πολλές φορές αισθάνεσαι και κάτι να σε βαραίνει: για αυτό ευθύνεται είναι η σύνδεσή που άθελά σου έχεις κάνει με την κοινωνία που ζούμε και την καταπίεση που βιώνουν συχνά σε αυτή οι γυναίκες αλλά και οι άντρες. Πρόκειται στην πραγματικότητα για μια αργή και ατμοσφαιρική σειρά, που καταφέρνει να τρομάζει τον θεατή, χωρίς να χρησιμοποιεί “φτηνά” jump scares, άλλα με έναν εσωτερικό τρόμο που πηγάζει από το πόσο οικείο φαντάζει αυτό το εναλλακτικό σύμπαν στο οποίο διαδραματίζεται η πλοκή.

25 πράγματα που πιθανόν δεν γνώριζες για το The Handmaid's Tale

Η ίδια η συγγραφέας, η θρυλική πλέον Margaret Atwood, εμφανίζεται στον πιλότο της σειράς υποδυόμενη την Aunt που χαστουκίζει την Offred. Αν και το δυστοπικό μέλλον που απεικονίζεται στην ιστορία του The Handmaid’s Tale μπορεί να φαίνεται αδιανόητο σενάριο στον πραγματικό κόσμο, η Atwood σε άρθρο της στη Guardian το 2012 είχε επισημάνει ότι σκοπός της ήταν να αποτυπώσει όλες τις φρικαλεότητες που οι άνθρωποι έχουν ιστορικά διαπράξει ο ένας εναντίον του άλλου μέσα στα χρόνια, τις δεκαετίες και του αιώνες. Τόνισε μάλιστα ότι επ’ ουδενί δεν ήθελε να κατηγορηθεί ότι παραπλανεί τους θεατές, παρουσιάζοντας τον άνθρωπο ικανό για τερατώδεις πράξεις.

THE HANDMAID'S TALE

Παρά την καναδική της καταγωγή, η Atwood επέλεξε η ιστορία της να διαδραματίζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες, επειδή πίστευε ότι για το καναδικό κοινό δεν θα έμοιαζε αληθοφανές ένα ακραίο ολοκληρωτικό καθεστώς στη χώρα τους. Σε συνέντευξή της στο Teen Vogue, σημείωσε: “Θα προκαλούσε αντιδράσεις στο Κεμπέκ, μιας και ιστορικά ο Καναδάς ήταν, είναι και μάλλον θα είναι το μέρος που δεν εγκαταλείπεις, αλλά καταφεύγεις σ’ αυτό για μια καλύτερη ζωή”. Η σειρά, ωστόσο, γυρίστηκε στον Καναδά, σε Τορόντο και Οντάριο.

Αποτέλεσμα εικόνας για handmaids tale season 3 last scene
THE HANDMAID'S TALE

Εκτός από τον βασικό χαρακτήρα που ξεδιπλώνεται αναζητώντας κάθε φορά διαφορετικούς τρόπους επιβίωσης – από τον έρωτα μέχρι την υποκρισία –, όσο περνούν τα επεισόδια βλέπεις την εξέλιξη και στους υπόλοιπους χαρακτήρες – οι οποίοι αναδεικνύονται με μοναδικές ερμηνείες. Από την Aunt Lydia μέχρι την Janine και τον Nick, η οθόνη πλημμυρίζει συναισθήματα. Ιδιαίτερη περίπτωση είναι αυτή της Moira, η οποία στο βιβλίο είναι λευκή και την ενσαρκώνει στην οθόνη η Samira Wiley. Σύμφωνα με το μυθιστόρημα, όλοι οι μαύροι πολίτες εξοστρακίζονται στη Δύση από το ρατσιστικό καθεστώς. Ωστόσο, ο παραγωγός Bruce Miller σκέφτηκε ότι αυτό είναι κάτι που δύσκολα θα απεικονιζόταν διαρκώς στην οθόνη και θα προκαλούσε δυσφορία στους θεατές, οπότε αποφάσισε να αλλάξει αυτή τη λεπτομέρεια.

THE HANDMAID'S TALE

Οι στολές των πρωταγωνιστών έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς οι στολές των handmaids είναι, σύμφωνα με την Atwood, κόκκινες, επειδή το κόκκινο παραπέμπει στο αίμα της γέννας και στη Μαρία Μαγδαληνή. Επίσης, είναι ένα χρώμα που ξεχωρίζει από μακριά, κάτι που είναι ιδιαίτερα χρήσιμο στο να εντοπίζονται εύκολα οι γυναίκες που τρέπονται σε φυγή από το καθεστώς. Αντιθέτως εξηγεί ότι τα κοστούμια των συζύγων είναι μπλε ακριβώς λόγω της αγνότητας (χρώμα της καθαρότητας της Παρθένου Μαρίας).

THE HANDMAID'S TALE
THE HANDMAID'S TALE

Αξιοσημείωτο είναι επίσης το ότι αρχικά η Atwood είχε τιτλοφορήσει το μυθιστόρημά της, Offred. Αργότερα, κι ενώ η συγγραφή του ήταν εν εξελίξει, αποφάσισε να το ονομάσει The Handmaid’s Tale για να τιμήσει το “Οι ιστορίες του Καντέρμπερυ” του Geoffrey Chaucer, που συγκαταλέγεται ανάμεσα στα 100 σημαντικότερα βιβλία όλων των εποχών. Η υπόθεσή του επιγραμματικά αφορά μια ομάδα από τριάντα περίπου άντρες και γυναίκες, που για να απαλύνουν τη μονοτονία και την πλήξη της οδοιπορίας τους, λένε ιστορίες μεταξύ τους, που αντανακλούν τα ήθη, την κουλτούρα και την κοινωνία του 14ου αιώνα στην Αγγλία…

Πάντως, είτε αυτή η επική σειρά έχει εμπνευστεί από τον πουριτανισμό, όπως ορισμένοι υποστηρίζουν, είτε από την σύγχρονη Αμερική, οι βιασμοί, τα τεράστια διλήμματα, οι σκηνές αιματοχυσίας, ο έρωτας, οι απόπειρες αυτοκτονίας και οι γέννες σίγουρα θα σε κάνουν να λυγίσεις. Δεν σταματά να σε βάζει απότομα σε σκέψεις που αγγίζουν μέχρι και την καθημερινότητά σου, γιατί δείχνει τι ακριβώς συμβαίνει όταν η ανθρωπότητα σιωπά μπροστά στην γυναικεία κακοποίηση. Είναι η σειρά “γροθιά στο στομάχι” που όλοι οφείλουν να δουν. Γιατί δεν πρέπει να συμβεί. Γιατί πρέπει να παραμείνει απλά έτσι. Μέσα από μία οθόνη.

Αποτέλεσμα εικόνας για handmaids tale
Σχετική εικόνα

Δείτε το τρέιλερ των 3 σεζόν παρακάτω. Η σειρά αναμένεται να έχει και τέταρτη σεζόν σύντομα. Μπορείτε να παρακολουθήσετε το teaser trailer αυτής παρακάτω.

Nolite te bastardes carborundorum, bitches.

= Don’ t let the bastards grind you down

ΠΗΓΕΣ: https://luben.tv/nerdcult/series/114988 , https://menshouse.gr/sires-tenies/35452/handmaids-tale-mia-skliri-dystopia-pou-apeti-gero-stomachi-gia-na-tin-dis , http://www.gazzetta.gr/entertainment/1139011/10-logoi-gia-na-xekiniseis-handmaids-tale-vid , https://esquire.com.gr/culture/tv/3172/25-pragmata-pou-pithanon-den-gnorizes-gia-to-the-handmaids-tale