Στην ανακοίνωση με αφορμή το θάνατό του του ΕΜΣΤ θα διαβάσουμε: «Στο έργο του η ορθόδοξη αγιογραφία εμπλουτίστηκε με στοιχεία από τον γερμανικό εξπρεσιονισμό και τα ιαπωνικά μάνγκα, για να αποτυπώσει ως επί το πλείστο σύγχρονες, έντονα δραματοποιημένες σκηνές πολιτικών συγκρούσεων και κοινωνικών αγώνων». Όντως ο Στέλιος Φαϊτάκης υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους σύγχρονους Έλληνες ζωγράφους που με παρρησία αποτύπωσε στο έργο του την ιστορική συνέχεια, τους κοινωνικούς αγώνες, την άνθηση της τεχνολογίας, κοινώς όλα τα γεγονότα που μας ταρακούνησαν στο τέλος του 20ου και τις αρχές του 21ου αιώνα. Με αφορμή το θάνατό του ετοιμάσαμε ένα αφιέρωμα στην τέχνη του, σε κάθε πτυχή της, στη ζωή και τη μοναδικότητα ενός ανθρώπου και δημιουργού που μας άφησε νωρίς.
Η 25η Νοεμβρίου έχει καθιερωθεί παγκοσμίως ως η μέρα κατά της έμφυλη βίας και της γυναικείας καταπίεσης. Η δολοφονία των 3 αγωνιστριών αδελφών Μιραμπάλ, από το δικτατορικό καθεστώς Τροχίγιο της Δομινικανής Δημοκρατίας, στις 25 Νοέμβρη 1960, αποτέλεσε ορόσημο για την πάλη των γυναικών. Έκτοτε τιμάται κάθε χρόνο ανά την υφήλιο. Στο σημερινό μας αφιέρωμα στόχος μας είναι να τιμήσουμε κι εμείς αυτή την πολύ σημαντική ημέρα αναδεικνύοντας το θέμα της έμφυλης βίας μέσω της τέχνης της ζωγραφικής.
Τον Μάρτιο του 1821 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης συγκρότησε στη Φωξάνη, πόλη στα όρια της Μολδαβίας με τη Βλαχία, τον Ιερό Λόχο από τριακόσιους περίπου νέους, Έλληνες σπουδαστές του εξωτερικού, καθώς και των ελληνικών σχολών του Βουκουρεστίου και της Οδησσού που διηύθυνε ο μέγας διδάσκαλος του Γένους, ο Ηπειρώτης Γεώργιος Γεννάδιος.
Η ρεαλιστική αναπαράσταση του κόσµου, επιδίωξη πολλών ζωγράφων από πολύ παλιά, κατορθώθηκε µε µοναδική επιτυχία µε την ανακάλυψη της φωτογραφίας το 1839. Ήταν τέτοιο το αντίκτυπο απ’ αυτό το επίτευγµα ώστε οδήγησε τον P. Delaroche να πει την ιστορική φράση: «Από σήµερα η ζωγραφική πέθανε».
Μετά την αποτυχημένη έναρξη των επαναστατικών επιχειρήσεων στις παραδουνάβιες περιοχές της Μολδοβλαχίας τον Φλεβάρη του 1821, αποφασίστηκε η έναρξη των επιχειρήσεων στην Μάνη που είχε οριστεί βασικό ορμητήριο του αγώνα. Το ετοιμοπόλεμο και εμπειροπόλεμο των κατοίκων της καθώς και η απουσία Οθωμανών στην περιοχή την καθιστούσαν ιδανική για μαζικό κίνημα, όπως και έγινε στις 17 Μαρτίου 1821 στην Αρεόπολη με επικεφαλής τον Πέτρο Μαυρομιχάλη. Οι φιλικοί τον είχαν ορίσει Αρχιστράτηγο για δύο λόγους. Στην αρχή του αγώνα ήταν ο σημαντικότερος πρόκριτος διότι είχε χρήμα αλλά και πλήθος ενόπλων. Ο άλλος λόγος ήταν να καμφθούν οι όποιοι δισταγμοί του.
Έτσι, μετά τη δοξολογία μπροστά στον Ιερό Ναό των Ταξιαρχών, ύψωσαν το λάβαρο του Αγώνα, δηλαδή τη Μανιάτικη Σημαία. Η σημαία ήταν λευκή, με μπλε σταυρό στη μέση. Στη πάνω πλευρά έγραφε «ΝΙΚΗ ή ΘΑΝΑΤΟΣ» και στη κάτω το ένδοξο «ΤΑΝ ή ΕΠΙ ΤΑΣ». Εκεί κήρυξαν το πόλεμο στη Τούρκικη αυτοκρατορία, γι’ αυτό η σημαία τους έγραφε «ΝΙΚΗ ή ΘΑΝΑΤΟΣ» και όχι «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ή ΘΑΝΑΤΟΣ», επειδή η Ελευθερία για τους Μανιάτες ήταν δεδομένη. Επανάσταση έκαναν οι υπόλοιποι Έλληνες που διεκδικούσαν την Ελευθερία τους.
Ο πίνακας του Γύζη παριστά ¨Κρυφό σχολειό” αναπαριστά ένα κρυφό σχολείο, όπως το φαντάστηκε ο καλλιτέχνης, και φιλοτεχνήθηκε το 1886. Το έργο ανήκει στις συνθέσεις ηθογραφικού χαρακτήρα του Γύζη, του οποίου ο συμβολισμός δίνεται από τον ίδιο, σε επιστολή του, όπου σημειώνει χαρακτηριστικά: «Δια του υπογείου, της κλειστής θύρας και παραθύρου και δια του ωπλισμένου νέου, εσκέφθην να παραστήσω την εποχήν εκείνην της Ελλάδος, ότε επί Τουρκοκρατίας ήσαν αυστηρώς απηγορευμένα τα σχολεία και μόνον εν κρυπτώ ελειτούργουν». Είναι άγνωστη η πηγή έμπνευσης του Γύζη αλλά εικάζεται πως συνδέεται με τη γενέτειρά του, όπου ένα μικρό μοναστήρι της Αγίας Τριάδας ήταν γνωστό, προεπαναστατικά ακόμα, ως «Το Κρυφό Σχολειό» αν και σύμφωνα με μελετητές αμφισβητείται κατά πόσον αυτό το μοναστήρι πράγματι λειτουργούσε ως χώρος νυχτερινού σχολείου των υπόδουλων Ελλήνων του νησιού.
Σαν σήμερα το 1800 γεννιέται ο Ιταλός ζωγράφος Λουδοβίκος Λιπαρίνι, ένας όχι και τόσο γνωστός φιλέλληνας καλλιτέχνης. Ο Λιπαρίνι εμπνεύστηκε από την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Διάσημα έργα του που έχουν σχέση με την επανάσταση είναι “Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός υψώνει τη σημαία της Ανεξαρτησίας” και “Ο Όρκος του Λόρδου Βύρωνα”.
Σίγουρα γνωρίζουμε την σημαντικότατη υποκριτική και σκηνοθετική παρουσία του Δημήτρη Καταλειφού. Τον έχουμε, ουκ ολίγες φορές, θαυμάσει στην θεατρική σκηνή με το ένδυμα του ηθοποιού. Αυτό που αργήσαμε πολύ να μάθουμε είναι πως ενδύεται και άλλα προσωπεία, αυτό του ζωγράφου εδώ και κάποιο διάστημα και μόλις πρόσφατα αυτό του ποιητή. Το πρώτο του έργο κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο της χρονιάς που μας πέρασε, μιας δύσκολης χρονιάς, ενώ γράφτηκε σε μια άνοιξη εγκλεισμού. Μέσα από 65 σύντομα κείμενα ποιητικής πρόζας είχαμε την ευκαιρία να περιηγηθούμε σε ένα θεατρικό ποιητικό σύμπαν που μας εξέπλησσε και μας συγκίνησε βαθύτατα. Ο λόγος για την συλλογή “Συμπληγάδες γενεθλίων” που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.
Για τους περισσότερους, το όνομά της συνδέεται με τη ζωή του Μίλτου Σαχτούρη, αφού για 40 χρόνια στάθηκε στο πλάι του. Για εκείνους, όμως, που έχουν την τύχη να τη γνωρίσουν με την επαγγελματική της ιδιότητα, αποτελεί μία σημαντική εικαστική δημιουργό, πρωτοστάτρια της αφαίρεσης στην ελληνική ζωγραφική. Μία δυναμική παρουσία, που, με σεμνότητα και επιμονή, διεκδίκησε τη θέση της σε μία εποχή που ο εικαστικός χώρος αντιμετώπιζε με επιφυλακτικότητα τις γυναίκες – εικαστικούς.
Τον Οκτώβριο του 1900 ο Πάμπλο Πικάσο επισκέπτεται για πρώτη φορά το Παρίσι, μαζί με τον φίλο του, Κάρλος Κασαχέμας αλλά αναγκάζεται μετά από δύο μήνες να γυρίσει στη Βαρκελώνη για να φέρει στο σπίτι του τον Κασαχέμας, ο οποίος περνούσε μια σοβαρή ψυχολογική κρίση. Στις 17 Φεβρουαρίου 1901 ο Κασαχέμας θα αυτοκτονήσει στο Παρίσι για συναισθηματικούς λόγους, αυτοκτονία για την οποία ο ζωγράφος αισθάνεται εν μέρει υπεύθυνος.
Η «γαλάζια περίοδος» (1901-1904) πηγάζει απευθείας από το θάνατο του Κασαχέμας η σκέψη του οποίου -όπως θα πει ο Πικάσο- τον «ώθησε να ξεκινήσει να ζωγραφίζει γαλάζια». Σ΄αυτήν την περίοδο συναντάμε για πρώτη φορά τον χαρακτηριστικό τύπο του Αρλεκίνου, του υπηρέτη που προέρχεται από την ιταλική Commedia dell’ Arte.
Το 1904 ο Πικάσο εγκαθίσταται μόνιμα στο Παρίσι και αρχίζει η «ροζ περίοδος» (1904-1906), στην οποία τα θέματα που κυριαρχούν είναι οι φιγούρες των σαλτιμπάγκων και των αρλεκίνων. Η γοητεία που ασκεί η Commedia dell’ Arte στους γάλλους διαννοούμενους μπολιάζει τον καλλιτέχνη.
Η διπλή και αινιγματική μορφή του αρλεκίνου, που είναι μισός δημιουργική θεότητα και μισός καταστρεπτικός δαίμονας, άσκησε ανεξάντλητη γοητεία στον Πικάσο και τη συναντάμε σε πολλά έργα του, διαφόρων τεχνοτροπιών. Ο Αρλεκίνος κατάγεται από τη διαβολική μορφή του Χελεκάιν, ενός μεσαιωνικού δαίμονα, επικεφαλής των νεκρών στα δάση της βόρειας Ευρώπης. Είναι ο ήρωας της μετάβασης, το σκοτεινό πνεύμα που φυλάει άγρυπνο τις πύλες των δύο βασιλείων, των ζωντανών και των νεκρών, της γης και του Άδη, αυτός που εμποδίζει τους νεκρούς να πάρουν τους ζωντανούς στον Κάτω Κόσμο. Ο Αρλεκίνος, όπως ο αρχαίος Ερμής, είναι ο αναιδής ανατροπέας του κατεστημένου.
Σε πολλούς πίνακες ο ίδιος ο Πικάσο ταυτίζεται με τον αρλεκίνο. Το alter ego του είναι ένας μυστηριακός χαρακτήρας με κλασικές ρίζες, ο οποίος συνδέεται με το θεό Ερμή, την αλχημεία και τον κάτω κόσμο. Ο αρλεκίνος μπορεί να γίνεται αόρατος και να ταξιδεύει σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου παίρνοντας οποιαδήποτε μορφή. Πρόκειται για ικανότητες που του έδωσε ο Ερμής. Ο Γκιγιόμ Απολινέρ, ο συμβολιστής ποιητής με τον οποίο ο ζωγράφος μοιραζόταν το ενδιαφέρον του για τους σαλτιμπάγκους και τους αρλεκίνους, ήταν αυτός που ταύτισε τον Πικάσο με τον αρλεκίνο, αποκαλώντας τον καλλιτέχνη «τρισμέγιστο». Την περίοδο της Αναγέννησης, με αυτόν τον χαρακτηρισμό εγκωμιαζόταν ο Ερμής, ο μυθικός εμπνευστής της «Ερμητικής Γραμματείας», ένας από τους προγόνους του αρλεκίνου.
Ο ζωγράφος είχε τη συνήθεια να ντύνεται με μια ριγέ μπλούζα, μεταφορά στη σύγχρονη πραγματικότητα του καρό ενδύματος του αρλεκίνου. Η αγάπη του Πάμπλο Πικάσο στον μικροαπατεώνα υπηρέτη του ιταλικού θεάτρου δρόμου μας χάρισε μια σειρά από υπέροχους αλλά και δημοφιλείς πίνακες του μεγάλου ζωγράφου.
Σε συνέντευξή του ο ίδιος ο ζωγράφος δηλώνει για τους Αρλεκίνους του:
“Δεν είμαι παρά ένας κοινός σαλτιμπάγκος, που κατάλαβε το πνεύμα των καιρών του και εξήντλησε όσο καλύτερα μπορούσε τη βλακεία, τη ματαιοδοξία, τη φιλοχρηματία των συγχρόνων του …”
Χρησιμοποιούμε cookies για να διασφαλίσουμε ότι σας προσφέρουμε την καλύτερη εμπειρία στον ιστότοπό μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτόν τον ιστότοπο, θα υποθέσουμε ότι είστε ικανοποιημένοι με αυτόν.Εντάξει!