Σαν σήμερα, στις 15 Ιανουαρίου, γεννιέται το 1622 στη γαλλική πρωτεύουσα ένας από τους σπουδαιότερους θεατρανθρώπους όλων των εποχών. Το όνομά του, Jean-Baptiste Poquelin, όμως ευρέως γνωστός θα γίνει ως Μολιέρος. Υπήρξε θεατρικός συγγραφέας, ηθοποιός, παράγοντας του θεάτρου. Χάρισε 33 έξοχα θεατρικά έργα στον ευρωπαϊκό – και όχι μόνο – πολιτισμό (σε αρκετά από αυτά επιμελήθηκε τη σκηνοθεσία ή και πρωταγωνίστησε!), με αποτέλεσμα να θεωρείται από τους Γάλλους ο καλύτερος κλασικός ποιητής τους. Τι κάνει όμως τόσο σπουδαίο το έργο του Μολιέρου; Γιατί αξίζει πραγματικά να το διαβάζουμε σήμερα και γιατί αναγνωρίζεται παγκοσμίως ως ένας κορυφαίος Γάλλος λογοτέχνης;
Ο Μολιέρος “ανέβασε” την κωμωδία στο ίδιο επίπεδο με την τραγωδία
Τα έργα του Γάλλου θεατρικού συγγραφέα συμπίπτουν χρονικά με τη Γαλλική Αναγέννηση και την άνθηση του Κλασικισμού, ο οποίος στόχευε στην αναβίωση των κορυφαίων λογοτεχνικών ειδών της κλασικής αρχαιότητας. Το μόνο λογοτεχνικό είδος που θεωρείται απορριπτέο από τον Κλασικισμό είναι η κωμωδία και, πιο συγκεκριμένα, η κωμωδία του Αριστοφάνη με το έντονο βωμολοχικό περιεχόμενο και τις προσωπικές επιθέσεις. Τα χαρακτηριστικά αυτά των αριστοφανικών κωμωδιών τις καθιστούσαν μη διαχρονικές για τους Κλασικιστές και, επομένως, μη αποδεκτές. Είναι ο Μολιέρος εκείνος που οδήγησε το λογοτεχνικό είδος της κωμωδίας στην πραγματική της κορύφωση, καθώς αναζήτησε μία νέα μορφή κωμικού, το υψηλό, χωρίς να απομακρυνθεί ωστόσο ποτέ πλήρως από τη φάρσα.
Η επιρροή του έργου του Μολιέρου στο Νεοελληνικό Διαφωτισμό
Στα πρώτα στάδια διαμόρφωσης της νεοελληνικής ταυτότητας, ένας από τους συγγραφείς που αγαπήθηκαν περισσότερο και μελετήθηκαν με ζέση από τους Νεοέλληνες Διαφωτιστές υπήρξε και ο Μολιέρος. Ο Αδαμάντιος Κοραής, στον “Παπατρέχα” περιλαμβάνει στίχους από τον “Ταρτούφο” (χαρακτηρίζει το ίδιο το έργο ως “θαυμάσιον δρᾶμα”), ενώ το 1816 ο Κωνσταντίνος Οικονόμος τυπώνει στη Βιέννη τον “Εξηνταβελόνη”, μια διασκευή του Φιλάργυρου του Μολιέρου, από τα σημαντικότερα έργα του νεοελληνικού διαφωτισμού. Την έντονη γοητεία του έργου του Μολιέρου στο ελληνικό κοινό των αρχών του 19ου αιώνα συνοψίζει ο ιστορικός θεάτρου Γιάννης Ιορδανίδης, γράφοντας: “Ο Μολιέρος όπως και ο Σαίξπηρ κι ο Γκολντόνι είναι από τις πρώτες επαφές που είχε το Νεοελληνικό με το νεότερο Ευρωπαϊκό θέατρο, πριν από τον ξεσηκωμό του 1821”.
Χαρακτήρες τόσο σύνθετοι μα και ανθρώπινοι
Η ποικιλομορφία της ίδιας της ζωής γίνεται απολύτως διαυγής μέσα από τους χαρακτήρες του Μολιέρου. Οι σημαντικοί του ήρωες είναι σύνθετοι και αντιφατικοί, όπως είναι όλοι οι άνθρωποι στη ζωή τους. Ο Αρπαγκόν είναι φιλάργυρος, αλλά και ερωτευμένος, ενώ ο Ταρτούφος υποκριτής και ηδυπαθής. Ο Δον Ζουάν, εμφανίζεται κυνικός, μα αδάμαστος καρδιοκατακτητής και ο “Μισάνθρωπος” Αλσέστ του πεσιμιστής και έντιμος, αλλά αθεράπευτα ερωτευμένος με μία γυναίκα που τον κοροϊδεύει. Ακόμα και οι δούλοι συνήθως εμφανίζουν μεγάλη ποικιλία ως προς τις πτυχές του χαρακτήρα τους. Ωστόσο μέσα από όλη αυτή τη συνθετότητά τους, οι χαρακτήρες του Μολιέρου αποπνέουν κάτι το ανθρώπινο και το διαχρονικό. Παρουσιάζονται απολύτως εναρμονισμένοι με την κοινωνική πραγματικότητα της εποχής τους, όμως απλώνουν το μεγαλείο τους πέρα από αυτήν. Με όλα τους τα πάθη, τις αδυναμίες και τα ελαττώματά τους , χαρακτηρίζονται από μία ιδιαιτερότητα και καταλήγουν να είναι πραγματικά οικουμενικοί.
Το κωμικό και η “φιλοσοφία” στο Μολιέρο
Ο Γκαίτε αποφαινόταν ότι τα μολιερικά έργα «αγγίζουν την τραγωδία». Πράγματι οι κωμωδίες του Μολιέρου είναι σε μεγάλο βαθμό ρεαλιστικές και απογοητεύουν σχετικά με τη μετριότητα που χαρακτηρίζει την ανθρωπότητα. Οι ήρωές του είναι γεμάτοι πάθη, όμως είναι αυτά ακριβώς τα πάθη που προκαλούν στο κοινό ένα ραφιναρισμένο γέλιο. Η κωμική χρήση των λέξεων, οι παύσεις, οι χειρονομίες, η αντιπαράθεση χαρακτήρων και η εκλεπτυσμένη παρωδία είναι μερικές μόνο από τις τεχνικές του μεγάλου δραματουργού προς την επίτευξη του κωμικού, αλλά και τον προβληματισμό του κοινού του. Κάνει συχνά υπαινιγμούς στη θρησκεία και την ορθή φύση, καθώς και έμμεση (συχνά και άμεση) κριτική στις καθιερωμένες απόψεις για τον έρωτα, το γάμο,την εκπαίδευση των γυναικών και την επιτήδευση της αστικής τάξης της εποχής. Τα έργα του είναι γεμάτα από τέτοια μηνύματα και αυτός είναι ένας ακόμη λόγος για τον οποίο οι κωμωδίες του διαβάζονται και παίζονται ως σήμερα και υποθέτουμε ότι αυτό θα συμβαίνει για αρκετά χρόνια ακόμη.
“Έτσι που είμαι προδομένος και αδικημένος από όλους, φεύγω απ’ αυτή την κόλαση όπου κυριαρχεί η κακία και πάω να ψάξω ένα απόμακρο μέρος όπου θα μπορώ να ζήσω ελεύθερα ως τίμιος άνθρωπος.”
Αλσέστ, “Μισάνθρωπος”