Επόρευσαν οι βασιλείς και εκ του οίνου της πορνείας εμεθύσθησαν οι κατοικούντες την γην. Κάτω απ’ τα λάβαρα της Ρώμης στην τέντα της Μαγδαληνής εσύ πατέρας της συγγνώμης κι εμείς παιδιά της ηδονής.
Ζοφώδης και ασέληνος ο έρως της αμαρτίας. Βραχνή ακούστηκε η κραυγή Στα καπηλιά της πολιτείας Εσύ αμνίον για σφαγή Κι εμείς κριοί της αμαρτίας.
Ό,τι χάραζε σε στίχους τάπαιρνε η θάλασσα πούχε στα χέρια του. Ό,τι ζωγράφιζαν τα χείλη του τάσβηνε ο ουρανός πούχε στα μάτια του κι έτσι δεν μπόρεσε να δει αν έπρεπε να παραμείνει Αττικός ή Αιγαιοπελαγίτης.
Στον Γιώργο Σεφέρη
Από τη Μικρασία μετά την καταστροφή, ένας αστός ξεκίνησε με μια βαλίτσα αναμνήσεων στο χέρι, γύρισε χώρες μακρινές και πολιτείες άγνωστες, μάζεψε ακριβό υλικό και συνταγές, μέτρα, ρυθμούς και χρώματα και τέλος γύρισε στη χώρα του, έχτισε με τα χέρια του σπίτι σημερινό κι ελληνικό, εμπήκε μέσα, κλείδωσε και από τότε πια κανείς δεν τον συνάντησε στην αγορά.
Στον Νίκο Γκάτσο
Η γη καθώς τον γέννησε, τον στόλισε πράσινα φύλλα της ιτιάς, του έλατου και της ελιάς. Μα η σκέψη του τον βύθισε στης πολιτείας την άσφαλτο κ’ έγινε πέτρα αρχαϊκή στη μνήμη των εφήβων.
Πηγή: Ερωτικό, Μυθολογία και Μυθολογία Δεύτερη, εκδ. Άγρα
Ακούστε το εδώ:
Χρησιμοποιούμε cookies για να διασφαλίσουμε ότι σας προσφέρουμε την καλύτερη εμπειρία στον ιστότοπό μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτόν τον ιστότοπο, θα υποθέσουμε ότι είστε ικανοποιημένοι με αυτόν.Εντάξει!