Όταν τα γουρούνια γίνουν οργούνια και οι άνθρωποι μπλε, ο Τζίμυ θα τριγυρνά σα ναυαγός…
Μελετώντας έναν από τους όχι και τόσο χιμαιρικούς κόσμους της Μάργκαρετ Άτγουντ
Είναι πολύ σπάνιο, έως κι αδύνατο ένας αναγνώστης να έχει την ανάγκη να ζήσει σε κοινωνίες εξωφρενικές, ζοφερές. Είναι όμως σίγουρο πως στους κόσμους που πλάθει με την πένα και τον νου της η Μάργκαρετ Άτγουντ, ο καθένας θα ήθελε να ζήσει, έστω και για λίγο, μόνο και μόνο ώστε να του φύγει η περιέργεια, να καταλήξει στο συμπέρασμα πως εμείς οι άνθρωποι είμαστε ικανοί για το χειρότερο, όμως και για το καλύτερο.
Ποιος δε θα ήθελε να γνωρίσει τη θαρραλέα πορφυρή δούλη που ανήκει στην οικία των Γούοτερφορντ, τη μυστηριώδη και καυστική Ζένια, τη γοητευτική Όρυξ, την όχι και τόσο αφελή Σαρμέιν, την κλώσα Ευρύκλεια και την ξεπεταγμένη Ελένη της Τροίας, την επικίνδυνη Γκρέις; Ποιος δε θα ήθελε να περάσει ένα απόγευμα με τον Τζίμυ τον Χιονάνθρωπο και τον οξυδερκή Κρέικ; Με άλλα λόγια, ποιος δε θα ήθελε να συνομιλήσει με τους χαρακτήρες της Άτγουντ;
Εδώ ακριβώς έγκειται και η πραγματική επιτυχία της συγγραφέως. Καθώς περιγράφει κόσμους και κοινωνίες αλλοιωμένες και νοσηρές, στο παρελθόν, στο παρόν, αλλά και στο μέλλον, καταφέρει να παρουσιάσει χαρακτήρες ανθρώπινους, γεμάτους ελαττώματα, όμως η γραφή της είναι ικανή να εντρυφήσει μέσα τους και να τους παρουσιάσει ευάλωτους, σκληρούς, ευαίσθητους και τρυφερούς.
Επίσης, ποιος μπορεί να μην ανατριχιάσει στην παρουσίαση της απολυταρχικής δημοκρατίας της Γίλεαδ ή στην πόλη της Χρονοκράτησης; Ποιος δε θα εξαγριωνόταν με τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και της φύσης, όπως διαπράττονται στην τριλόγια Madaddam; Ποιος δε θα συμφωνούσε με την άποψη που διατυπώνει στην Πηνελοπιάδα, ότι οι θεραπαινίδες στο παλάτι της Ιθάκης, υπέφεραν στα χέρια των μνηστήρων και δε θα αγανακτούσε με τον Οδυσσέα που ουσιαστικά δεν τις λυτρώνει, αλλά τις τιμωρεί;
Το βιβλίο της Μάργκαρετ Άτγουντ «Όρυξ και Κρέικ» αποτελεί μια σημαντική παρακαταθήκη για όσους αγαπούν να διαβάζουν για το μέλλον. Τι γίνεται όμως, όταν το μέλλον είναι δυσοίωνο; Πόσο εύκολο είναι να γράψει κάποιος ένα βιβλίο που πραγματεύεται τόσο σκοτεινά θέματα, όπως η κλωνοποίηση, η παιδική κακοποίηση, η καταστροφή του κόσμου και με το λεπτό και ειρωνικό χιούμορ, να κατορθώνει να κάνει αρεστά και θελκτικά τα θέματα αυτά και τους ατελείς χαρακτήρες του;
Η Άτγουντ παρουσιάζει μια κοινωνία του μέλλοντος, στην οποία κυρίαρχη είναι η νοσηρότητα στις ζωές των ανθρώπων. Από τις πρώτες κιόλας σελίδες του έργου, η συγγραφέας αποδεικνύει πως ο κόσμος αυτός, που με αναμνήσεις του πρωταγωνιστή θα ξετυλίγεται, στάθηκε αδύνατο να αντέξει και παρήκμασε. Δεν υπάρχουν άνθρωποι, παρά μόνο ο Τζίμυ ο Χιονάνθρωπος, ο οποίος συνομιλεί με μια ομάδα απόκοσμων ανθρωποειδών πλασμάτων, δημιουργημάτων των επιστημόνων σε ειδικά εργαστήρια. Όμως δεν είναι μόνο με αυτούς. Στο μυαλό του συνέχεια υπάρχει μια συνομιλία με μια γυναίκα.
Ο Τζίμυ, παίρνοντας την απόφαση να επιστρέψει στο συγκρότημα όπου ζούσε, ώστε να βρει εφόδια, καθώς έχει απομείνει μόνος και τίποτα πλέον δε λειτουργεί, εγκαταλείπει τους ανθρώπους που πλάστηκαν κατ’ εικόνα ανθρώπου και ξεκινά ένα ταξίδι κυρίως αναθυμήσεων μιας ζωής που είναι αδύνατο να υπάρξει πάλι.
Ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να γνωρίσει τον Τζίμυ από μικρό παιδί, να μεγαλώνει και να ανδρώνεται, με αλλαγές να συντελούνται τόσο στην ψυχή και το σώμα του, όσο και γύρω του. Οι επιστήμονες κάνουν άλματα, δημιουργώντας νέα είδη ζώων στα εργαστήριά τους, νέα φάρμακα, νέες βιταμίνες, νέες τροφές, ενώ υπάρχουν κι αυτοί που αντιτάσσονται στην τάση της εποχής που θέλει την τεχνολογία κυρίαρχη της φύσης και των κανόνων της γης, ώστε προκύπτουν δύο αντίπαλα στρατόπεδα τα οποία προσπαθούν να υπερισχύσουν.
Ο Τζίμυ δεν αργεί να γνωρίσει τον χαρισματικό Κρέικ και μαζί μυούνται στον ηλεκτρονικό κόσμο των υπολογιστών και του διαδικτύου, παράλληλα με την ανέλιξη των σπουδών τους. Έτσι, ανακαλύπτουν σκοτεινές πτυχές που μαστίζουν τις κοινωνίες, όπως οι εκτελέσεις, οι αποπλανήσεις και οι παραπλανήσεις ανηλίκων, μέχρι και οι στυγνοί βιασμοί. Έτσι θα γνωρίσουν την Όρυξ, ένα κορίτσι το οποίο θα τους στιγματίσει κι ο ρόλος της θα είναι κομβικός στην εξέλιξη της ιστορίας.
Όσο τα χρόνια προχωρούν, ο Κρέικ γίνεται κι ο ίδιος μέλος των επιστημόνων, ενώ ο Τζίμυ στέκεται στο πλευρό του και τον παρατηρεί να μεγαλουργεί επινοώντας νέα πλάσματα και κάνοντας πλήθος τεχνολογικών καινοτομιών. Ο αναγνώστης δεν είναι σε θέση να γνωρίζει τι πάει στραβά μέχρι το τέλος του βιβλίου, όμως αυτό που αποδεικνύεται μέσα από τις εξωφρενικές ανακαλύψεις και πειράματα είναι πως ο άνθρωπος δεν είναι παντοδύναμος και οι παρεμβάσεις του στον πλανήτη και τα όντα του είναι σχεδόν σίγουρο πως θα αποβούν μοιραίες για όλους.
Πέραν της εξωπραγματικής, αλλά και τολμηρής τεχνολογικής εξέλιξη της κοινωνίας που παρουσιάζει η Άτγουντ, η συγγραφέας προσφέρει τρεις χαρακτήρες γεμάτους πάθη και μυστήριο, που βρίθουν από σκέψεις που προκαλούν και πράξεις που ταράσσουν. Ο Τζίμυ, είναι ένα αγόρι που μεγαλώνει σ’ έναν κόσμο με μελανά σημεία και προσπαθεί να διατηρήσει τα λογικά του, όταν ο κόσμος αυτός που γνωρίζει στον οποίο όμως δεν ταιριάζει η ψυχή του, διαλύεται. Μέσα από τα μάτια του, γνωρίζουμε τον ευφυέστατο Κρέικ, έναν νέο που δείχνει ψυχρός και υπολογιστικός, αρκετά χειριστικός, ικανός να ανέλθει με το μυαλό του και μόνο. Όμως όσον αφορά τη φιλία του με τον Τζίμυ, η οποία στοιχειώνει τον τελευταίο, αφού πρώτα τον καθορίζει, τα πράγματα εισέρχονται σε μια γκρίζα ζώνη, όπου τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται και ποτέ ο αναγνώστης μπορεί να είναι σίγουρος για το αν είναι αληθινή. Τέλος, η Όρυξ, μια κοπέλα που οι δύο νέοι γνωρίζουν μέσα από βίντεο στο διαδίκτυο, αποτελεί τη λυδία λίθο για τη σχέση μεταξύ του Τζίμυ και του Κρέικ, καθιστώντας την ουσιαστικά τον πιο βασικό χαρακτήρα, εκείνη που καθορίζει τις πιο σκληρές αποφάσεις των ηρώων.
Το «Όρυξ και Κρέικ» πρόκειται για ένα αριστούργημα της σύγχρονης λογοτεχνίας. Ο δυστοπικός κόσμος που γνωρίζουν οι αναγνώστες θα μπορούσε να γίνει η πραγματικότητα και η καθημερινότητα μόλις σε λίγα χρόνια. Είναι ένα βιβλίο που δείχνει πώς μπορεί να εκπέσει το ανθρώπινο γένος και πως η προσωπική ηθική είναι αυτή που μπορεί να σώσει τα άτομα από τον ίδιο τους τον εαυτό και το μυαλό τους. Δεν υπάρχει αγάπη πραγματική, οι χαρακτήρες δε μεγαλώνουν με αγάπη και ίσως αυτό τους στοιχίζει την ψυχική τους γαλήνη μέχρι το τέλος, με απόρροια να χάνουν την ελπίδα για το μέλλον.
Όμως η ζωή ποτέ δεν τελειώνει, ο Τζίμυ εξακολουθεί να υπάρχει, η γη εξακολουθεί να γυρίζει. Κι ενώ όλα δείχνουν μάταια, πάντα θα υπάρχει μια χαραμάδα φως. Μια ελπίδα πως δεν είμαστε μόνοι. Και μια ελπίδα πως όσοι θα συναντήσουμε, δεν είναι χειρότεροι απ’ όσους συναντήσαμε.
Χάρης Μποϊντάς