Είναι ευρέως αποδεκτό πως στην περίοδο αυτή που διανύουμε, της πανδημίας και του καθολικού εγκλεισμού εκτός από την σωματική υγεία των ανθρώπων βάλλεται διαρκώς και η ψυχική. Ίσως και ο περιορισμός της κυκλοφορίας να αναγκάζει πολλούς από εμάς να περνούν περισσότερο χρόνο με τον εαυτό τους, κάτι που μπορεί για μερικούς να είναι ευχής έργον αλλά για άλλους κατάρα. Σε τέτοιες εποχές, με τον φόβο του θανάτου και το άγχος να ελλοχεύουν σε στιγμές της καθημερινότητας είναι επόμενη η γέννηση υπαρξιακών ερωτημάτων που αν γενικευτούν και κυριαρχήσουν ενδέχεται να μετατραπούν σε κρίσεις. Επίσης, προκύπτει και το ζήτημα της ευθύνης (της πολυσυζητημένης ατομικής ευθύνης) απέναντι στο κοινωνικό σύνολο που πλην των άλλων καταδεικνύει πως ο άνθρωπος είναι πρωτίστως κοινωνικό ον. Προς αντιμετώπιση αυτού του καταιγισμού συναισθημάτων και συλλογισμών υπάρχει πάντα ένα βιβλίο. Μπορεί δύσκολα να αντικαθίσταται ένας φιλόσοφος ή ένας ψυχολόγος από ένα χάρτινο κατασκεύασμα, θα έλεγε κανείς. Ωστόσο, μετά από την ανάγνωση του «Η μέθοδος του Αριστοτέλη, Δημιουργώντας την Καλή Ζωή» του James O’ Toole που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΕΝΑΛΙΟΣ θα άλλαζε σίγουρα γνώμη.
Αναμφίβολα, είναι δύσκολο να διαβάσει κανείς απευθείας έργα ενός αρχαίου φιλοσόφου, με υπαρξιακές ιδίως διαστάσεις, δίχως να έχει μια καθοδήγηση στο εγχείρημά του αυτό. Μα, ακόμα και αν κατορθώσει να το αναγνώσει, σίγουρα κατά την διαδικασία της ερμηνείας και της αφομοίωσης εννοιών και ιδεών έχει ανάγκη μια πυξίδα. Τις δυο αυτές ιδιότητες συγκεντρώνει το βιβλίο αυτό. Γνωρίζοντας ορισμένα βιογραφικά στοιχεία του Αριστοτέλη και με μόνη επαφή την σχολική μελέτη των έργων του «Ηθικά Νικομάχεια» και «Πολιτικά» αλλά και ευρισκόμενη σε όλο αυτό το γενικευμένο κλίμα που περιέγραψα παραπάνω, το παρόν έργο ήρθε σαν από μηχανής θεός. Μέσα σε σχεδόν 500 σελίδες (είναι ιδιαίτερα εκτενές, αλλά ο λόγος και οι ιδέες ρέεουν και διαβάζεται αρκετά εύκολα) αποτυπώθηκαν με εύληπτο τρόπο και σύγχρονο ύφος οι απαντήσεις που έδωσε πριν από χιλιάδες χρόνια ο Έλληνας φιλόσοφος σε ζητήματα που απασχολούν τον άνθρωπο κάθε ηλικίας και εποχής. Τι σημαίνει το ευ ζην; Ποια είναι η αληθινή ευτυχία και από τι συνίσταται; Ποια είναι η προσωπική αρετή και πως φθάνει κανείς σε αυτήν; Έχει κάποια σχέση η προσωπική ευτυχία με την κοινωνική; Μετά από ένα σύντομο, αλλά περιεκτικό βιογραφικό του φιλοσόφου, στα πρώτα κεφάλαια του βιβλίου αναλύονται και αξιολογούνται όλες εκείνες οι μέθοδοι με τις οποίες οι άνθρωποι πασχίζουν να κατακτήσουν την πολυπόθητη ευτυχία, προσπαθώντας να επιβεβαιώσουν ή να απορρίψουν το συμπέρασμα του Αριστοτέλη πως αυτό που λείπει από την ζωή των ενηλίκων είναι η πραγμάτωση των δυνατοτήτων τους. Αφού εξαντληθεί η κριτική προσέγγιση των μέσων αυτών τίθεται το ερώτημα κατά πόσο η εναλλακτική μέθοδος του Αριστοτέλη μπορεί να οδηγήσει στην ευτυχία. Υποθέτοντας πως η απάντηση στην ερώτηση αυτή είναι καταφατική, ο συγγραφέας προχωρά σε μια επί του πρακτέου εφαρμογή των αριστοτελικών θεωριών στην ζωή μας. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω ασκήσεων που είχε θέσει ο ίδιος ο Αριστοτέλης. Έτσι, μπαίνει κανείς σε μια διαδικασία επαναπροσδιορισμού των στόχων του, πραγματοποιεί μια επισκόπηση του τρόπου δράσης του και αναζητά τις μακροπρόθεσμες συνέπειες που θα έχει στον ίδιο και στην κοινωνία, στην οποία εντάσσεται. Αρχίζει να αναζητά την έννοια της ευδαιμονίας στα κατάλληλα μέρη. Όλα αυτά αποσκοπούν στην κατάστρωση ενός σχεδίου δράσης που ίσως καταφέρει να έχει σαν τελικό προορισμό του την επιτυχία, την ευτυχία, την προσωπική ολοκλήρωση.
Μελετώντας αυτό το έργο, εκτός του ότι κατάφερα να γνωρίσω καλύτερα τις θεμελιώδεις έννοιες της αριστοτελικής φιλοσοφίας με αρκετά απλοποιημένο τρόπο, μπόρεσα να γνωρίσω τρόπους ένταξής τους στην καθημερινότητά μου. Σίγουρα το δεύτερο εγχείρημα είναι πολύ πιο δύσκολο από το πρώτο και δεν επιτυγχάνεται απλώς με την ανάγνωση ενός βιβλίου, αλλά με μια ριζική αλλαγή της στάσης απέναντι στις καταστάσεις, τα πράγματα και τους ανθρώπους. Κάτι τέτοιο, ειδικά όσο μεγαλώνει κανείς, δεν είναι καθόλου εύκολο, καθώς η αλλαγή είναι μια επίπονη διαδικασία. Παρ’ όλα αυτά, μια αρχή που διαπνέει το βιβλίο είναι πως η στασιμότητα είναι ακόμα πιο βλαβερή. Νομίζω πως μια αναθεώρηση σε προσωπικό και κοινωνικό επίπεδο είναι αναγκαία για την επίτευξη της ευτυχίας αλλά και κατ’ επέκταση της ομόνοιας. Όλοι προς τούτο χρειαζόμαστε έναν πρακτικό οδηγό καλής ζωής. Και γιατί να μην επιλέξουμε ο οδηγός αυτός να έχει αναφορές στην αρχαιοελληνική φιλοσοφία και δη την αριστοτελική. Ακόμα και για αυτούς που δεν συμμερίζονται την τετραγωνισμένη λογική του φιλοσόφου και αγαπούν την πλατωνική θεώρηση της ζωής, είναι πολύ τυχεροί, διότι κυκλοφορεί και το έργο «Η μέθοδος του Σωκράτη» του Ρόναλντ Γκρος επίσης από τις εκδόσεις ΕΝΑΛΙΟΣ, στο οποίο δεν έχουμε βέβαια εντρυφήσει ακόμα.
Σε κάθε περίπτωση για όσους αναζητούν ένα βιβλίο αυτοβελτίωσης, έναν δρομοδείκτη στην ευτυχία σε αυτούς του χαλεπούς καιρούς, χωρίς δεύτερη σκέψη σας προτείνουμε το βιβλίο «Η μέθοδος του Αριστοτέλη» του James O’ Toole σε μετάφραση της Θεοδώρας Δαρβίρη.
Το “Ιστορίες να σκεφτείς” (1997) είναι από τα πρώτα βιβλία του Χόρχε Μπουκάι που έγιναν αμέσως αγαπητά στην Ελλάδα. Το βιβλίο, το οποίο κυκλοφόρησε στην Ελλάδα το 2012 από τις εκδόσεις opera, μιλά για τη σχέση και πως αυτή βοηθάει στην προσωπική μας εξέλιξη. Να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι, να γνωρίσουμε καλύτερα τον εαυτό μας. Η σχέση σύμφωνα με τον Μπουκάι, προσθέτει. Για αυτό αξίζει τον κόπο. Αξίζει να κοπιάσουμε για αυτήν, αξίζει το βάσανο που προκαλεί. Είναι ο πόνος που αξίζει γιατί όταν θα τα έχουμε ξεπεράσει όλα αυτά, δεν θα είμαστε πια οι ίδιοι. Θα έχουμε αναπτυχθεί, θα είμαστε πιο συνειδητοποιημένοι, θα αισθανόμαστε πιο ολοκληρωμένοι.
Ο Χόρχε Μπουκάι (Jorge Bucay) γεννήθηκε το 1949 στο Μπουένος Άιρες (Αργεντινή). Γιατρός και ψυχοθεραπευτής της σχολής Γκεστάλτ, ειδικεύτηκε στη θεραπεία των νοητικών ασθενειών εργαζόμενος αρχικά σε νοσοκομεία και κλινικές και, εν συνεχεία, δίνοντας διαλέξεις σε ιδρύματα, κολέγια, θέατρα, καθώς και σε ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς. Μονίμως και παντού προσκεκλημένος, προσπαθεί να παρίσταται σε μαθήματα, σεμινάρια και συνέδρια στην Αργεντινή, την Ουρουγουάη, τη Χιλή, το Μεξικό, τις Η.Π.Α, την Ιταλία, την Ισπανία κ.α. Όταν αποφάσισε να ασχοληθεί με τη συγγραφή, είδε τα περισσότερα βιβλία του να μεταφράζονται στις περισσότερες γλώσσες του κόσμου και να καταλαμβάνουν την πρώτη θέση στις λίστες των ευπώλητων. Αυτό που τα κάνει τόσο αγαπητά είναι το γεγονός ότι ο Μπουκάι χρησιμοποιεί τη δύναμη της παραβολής για να μεταφέρει τις μεγαλύτερες αλήθειες με τον πιο απλό τρόπο. Απλοποιεί μεγάλες αλήθειες και τις κάνει κατανοητές σε όλους. Ίσως αυτός είναι ο λόγος που ο Χόρχε Μπουκάι είναι από τους κατεξοχήν ψυχοθεραπευτές συγγραφείς που μιλούν μέσα στις καρδιές μας.
Ήταν μια φορά… “μια φορά” που από το πολύ που τη διηγήθηκαν ακούστηκε τόσες φορές… που έγινε πραγματικότητα.
“Πάντα υποστήριζα ότι τα βιβλία μου αποτελούν, απλώς, ένα υλικό για το νου, ότι βοηθούν τον αναγνώστη να στοχαστεί για τον κόσμο και τον εαυτό του· να σκεφτεί τι δρόμο έχει χαράξει στη ζωή με όσα έκανε και όσα δεν μπόρεσε να κάνει· να αναλογιστεί όλα όσα συνέβησαν και, πάνω απ’ όλα, πού οδηγείται ο ίδιος και πού θα ήθελε να οδηγηθεί.
Τo μόνο πράγμα που θέλω απ’ τα βιβλία μου, είναι να χρησιμεύσουν στους άλλους όπως χρησίμευσαν σ’ εμένα άλλα βιβλία· να μπορέσουν να γίνουν δρόμος για κάποιους, επιβεβαίωση για κάποιους άλλους, αφορμή για όσους θέλουν να βρουν μια σύντομη διέξοδο, να ξεφορτωθούν ένα βάρος, να δουν με νέα μάτια κάποιο παλιό τους πρόβλημα.
Το εργαλείο που χρησιμοποιεί αυτό εδώ το βιβλίο, είναι η μαγική τέχνη της αφήγησης μιας ιστορίας που σου ανοίγει πόρτες αγνοημένες, δυνατότητες που δεν τις είχες φανταστεί, δρόμους που δε βάδισες ακόμα.”
Για τον συγγραφέα του βιβλίου, υπάρχουν τριών ειδών αλήθειες. Υπάρχουν οι αλήθειες-βουνά, για να μπορούμε να χτίζουμε τα σπίτια μας σε στέρεη βάση. Αλήθειες-ποτάμια, για να μπορούμε να ταξιδεύουμε πάνω τους ψάχνοντας νέους ορίζοντες. Αλήθειες-αστέρια, για να μας χρησιμεύουν ως οδηγοί, ακόμα και στις πιο σκοτεινές μας νύχτες.
“Ζούμε πιστεύοντας ότι δεν μπορούμε να κάνουμε ένα σωρό πράγματα, απλώς επειδή μια φορά, πριν από πολύ καιρό, όταν ήμασταν μικροί, προσπαθήσαμε και δεν τα καταφέραμε”
Είναι αλήθεια ότι κανείς δεν μπορεί να κάνει πάντα αυτό που θέλει, αλλά ο καθένας μπορεί να μην κάνει ποτέ αυτό που δεν θέλει. Δεν είναι εύκολο να αποδεχθεί κάποιος αυτήν την ιδέα και να την κάνει σημείο αναφοράς του. Έτσι και αλλιώς, η πραγματικότητα δεν είναι όπως θα μας συνέφερε να είναι. Δεν είναι όπως θα έπρεπε να είναι, ούτε όπως μας είπαν ότι θα είναι. Η πραγματικότητα γύρω μας, είναι απλά όπως είναι.
“Ο ελεύθερος άνθρωπος που γνωρίζει τον εαυτό του είναι γενναιόδωρος, αλληλέγγυος, ευγενικός και ικανοποιείται εξίσου όταν δίνει όπως και όταν παίρνει. Για αυτό, κάθε φορά που συναντάς ανθρώπους που κοιτάζουν μόνο την πάρτη τους, μην τους μισείς. Αρκετά προβλήματα έχουν με τον εαυτό τους”.
Για τον ψυχαναλυτή, η ζωή είναι ένα τεράστιο ρίσκο. Αυτό, που θα σε κάνει να πετάξεις. Αν δεν τον πάρεις, το καλύτερο πράγμα που μένει να κάνεις είναι να τα παρατήσεις και να συνεχίσεις απλά να περπατάς μέχρι το τέλος. Η ελευθερία του ανθρώπου συνίσταται στο να είναι ο άνθρωπος σε θέση να επιλέγει ανάμεσα σε ό,τι είναι δυνατόν για αυτόν και να είναι υπεύθυνος για την επιλογή του.
Παρακάτω παραθέτουμε δύο από τις αγαπημένες μας ιστορίες από του βιβλίο του Χόρχε Μπουκάι, “Ιστορίες να σκεφτείς”, οι οποίες μας έκαναν να σκεφτούμε και μας γοήτευσαν βαθιά.
Ο μικρός Πάντσο
Η μητέρα τους είχε φύγει από νωρίς το πρωί και τα είχε αφήσει στη Μαρία, μια νέα την οποία έπαιρνε κάποιες φορές για λίγες ώρες προκειμένου να τα προσέχει. Όταν ο φίλος της κοπέλας τηλεφώνησε για να της προτείνει μια βόλτα με το καινούργιο του αυτοκίνητο,η Μαρία δεν δίστασε και πολύ.Άλλωστε,τα παιδιά κοιμούνταν όπως κάθε απόγευμα,και δεν θα ξυπνούσαν πριν τις πέντε.
Προνόησε να κλειδώσει την πόρτα του δωματίου και φύλαξε το κλειδί στην τσέπη της.Δεν ήθελε να διακινδυνέψει να ξυπνούσε ο Πάντσο και να κατέβαινε τη σκάλα για να την ψάξει,γιατί,όπως και να ‘χει,ήταν μόνο έξι χρόνων,και με την παραμικρή απροσεξία μπορούσε να σκοντάψει και να χτυπήσει.Επίσης,σκέφτηκε ότι αν συνέβαινε αυτό,δεν θα ήξερε πως να εξηγήσει στην μητέρα το λόγο για τον οποίο το παιδί δεν την είχε βρει.
Ίσως να ήταν ένα βραχυκύκλωμα στην τηλεόραση ή σε κάποιο από τα φώτα στου σαλονιού,ή μπορεί μια φλόγα στα καυσόξυλα -το θέμα είναι ότι όταν οι κουρτίνες άρχισαν να καίγονται,η φωτιά έφτασε γρήγορα στην ξύλινη σκάλα που οδηγούσε στα υπνοδωμάτια.Τον ξύπνησε ο βήχας του μωρού,εξαιτίας του καπνού που περνούσε κάτω απ’ την πόρτα.Χωρίς να σκεφτεί ο Πάντσο πήδηξε από το κρεβάτι και πίεσε με δύναμη το πόμολο για να ανοίξει την πόρτα,αλλά δεν τα κατάφερε. Όπως και να ‘χει,ακόμα κι αν το είχε καταφέρει,οι φλόγες θα είχαν καταβροχθίσει τον ίδιο και τον λίγων μηνών αδερφό του σε ελάχιστα λεπτά.Ο Πάντσο φώναξε τη Μαρία,αλλά κανείς δεν απάντησε στην έκκληση του.Έτσι,συνειδητοποίησε ότι έπρεπε να βγάλει τον αδερφό του από ‘κεί μέσα.Προσπάθησε να ανοίξει το παράθυρο που έβγαζε στο περβάζι,αλλά ήταν αδύνατο για τα μικρά του χέρια να λύσει την ασφάλεια. Όταν οι πυροσβέστες τελείωσαν με το σβήσιμο της φωτιάς,το θέμα συζήτησης όλων ήταν το ίδιο:
-Πώς μπόρεσε αυτό το τόσο μικρό παιδί να σπάσει με την κρεμάστρα το τζάμι και μετά τη σήτα;
-Πώς μπόρεσε να φορτώσει το μωρό στο σακίδιο;
-Πώς μπόρεσε να περπατήσει στο περβάζι κουβαλώντας σημαντικό βάρος και να κατέβει από το δέντρο;
-Πώς μπόρεσε να σώσει τη ζωή του αδερφού του και τη δική του;
Ο ηλικιωμένος πυροσβέστης, άνθρωπος σοφός που όλοι σέβονταν,τους έδωσε την απάντηση:
“Ο μικρός Πάντσο ήταν μόνος…Δεν είχε κανέναν να του πει ότι δεν θα μπορούσε.”
Η πόλη των πηγαδιών
Εκείνη την πόλη δεν την κατοικούσαν άνθρωποι, όπως όλες τις άλλες πόλεις του πλανήτη. Σ΄εκείνη την πόλη κατοικούσαν πηγάδια. Πηγάδια ζωντανά… αλλά πηγάδια. Τα πηγάδια διέφεραν μεταξύ τους όχι μόνο ως προς τον τόπο όπου είχαν ανοιχτεί, αλλά και ως προς το στόμιο (το άνοιγμα που τα συνέδεε με τον εξωτερικό κόσμο). Υπήρχαν πηγάδια ευκατάστατα και πολυτελή, με στόμιο από μάρμαρο και όμορφα μέταλλα, πηγάδια ταπεινά από τούβλα και ξύλο, κι άλλα πιο φτωχά, απλές γυμνές τρύπες που ανοίγονταν στη γη. Η επικοινωνία μεταξύ των κατοίκων της πόλης γινόταν από στόμιο σε στόμιο, και οι ειδήσεις έφταναν γρήγορα απ΄άκρη σ΄άκρη. Μια μέρα, έφτασε στην πόλη μια “μόδα” που μάλλον είχε γεννηθεί σε κάποιο ανθρώπινο χωριό. Η νέα ιδέα ήταν ότι κάθε ζωντανό ον που εκτιμούσε τον εαυτό του θα έπρεπε να φροντίζει πολύ περισσότερο το εσωτερικό παρά το εξωτερικό. Το σημαντικό δεν ήταν η επιφάνεια, αλλά το περιεχόμενο. Έτσι έγινε, και τα πηγάδια άρχισαν να γεμίζουν αντικείμενα. Μερικά γέμισαν με κοσμήματα, χρυσά νομίσματα και πολύτιμες πέτρες. Αλλά, πιο πρακτικά, γέμισαν με ηλεκτρικές συσκευές και μηχανές. Μερικά άλλα επέλεξαν την τέχνη και γέμισαν με πίνακες ζωγραφικής, πιάνα με ουρά και εξεζητημένα μεταμοντέρνα γλυπτά. Τέλος, τα διανοούμενα γέμισαν με βιβλία, ιδεολογικά μανιφέστα και εξειδικευμένα περιοδικά. Πέρασε ο καιρός. Τα περισσότερα πηγάδια, γέμισαν με τέτοιο σημείο, ώστε τίποτ΄άλλο δεν χωρούσε. Τα πηγάδια δεν ήταν όλα τα ίδια, οπότε κάποια συμβιβάστηκαν, ενώ άλλα σκέφτηκαν πως έπρεπε να κάνουν κάτι για να συνεχίσουν να συσσωρεύουν πράγματα στο εσωτερικό τους… Ένα απ΄αυτά έκανε την αρχή. Αντί να συμπιέζει το περιεχόμενο, σκέφτηκε να αυξήσει τη χωρητικότητά του διευρύνοντας το χώρο του. Δεν πέρασε πολύς καιρός, κι άρχισαν και τα υπόλοιπα να μιμούνται την καινούργια ιδέα. Όλα τα πηγάδια δαπανούσαν μεγάλο μέρος της ενέργειάς τους για να επεκταθούν και ν΄αποκτήσουν περισσότερο χώρο στο εσωτερικό τους. Ένα πηγάδι, μικρό κι απόκεντρο, άρχισε να βλέπει τους συντρόφους του να επεκτείνονται χωρίς μέτρο. Σκέφτηκε ότι αν συνέχιζαν να διευρύνονται με αυτόν τον τρόπο, σύντομα θα μπέρδευαν τα όριά τους και το κάθε ένα θα έχανε την ταυτότητά του…
Ίσως ξεκινώντας από αυτήν την ιδέα, σκέφτηκε ότι ένας διαφορετικός τρόπος για να αυξήσει τη χωρητικότητά του ήταν να μεγαλώσει όχι φαρδαίνοντας, αλλά βαθαινόντας. Να επεκταθεί σε βάθος αντί για πλάτος. Σύντομα συνειδητοποίησε ότι όλα όσα είχε στο εσωτερικό του έκαναν αδύνατη την εργασία της εκβάθυνσης. Αν ήθελε να γίνει πιο βαθύ, όφειλε να ξεφορτωθεί ολόκληρο το περιεχόμενό του… Στην αρχή, το κενό το τρόμαξε. Αλλά αργότερα, όταν είδε ότι δεν είχε άλλη επιλογή, το έκανε. Χωρίς τίποτα στην κατοχή του, το πηγάδι άρχισε να βαθαίνει, ενώ τα υπόλοιπα άρπαζαν τα αντικείμενα που είχε πετάξει… Μια μέρα, κάτι ξάφνιασε το πηγάδι που μεγάλωνε προς τα κάτω. Κάτω, πολύ κάτω, πολύ στο βάθος… βρήκε νερό! Ποτέ πριν άλλο πηγάδι δεν είχε ξαναβρεί νερό. Το πηγάδι ξεπέρασε την έκπληξη του κι άρχισε να παίζει με το νερό καταβρέχοντας τα τοιχώματά του, πιτσιλώντας το στόμιό του και, τέλος, βγάζοντας το νερό προς τα έξω. Η πόλη δεν είχε ποτέ βραχεί από τίποτ΄άλλο πέρα από τη βροχή η οποία, εκ των πραγμάτων, ήταν αρκετά σπάνια. Έτσι, η γη τριγύρω απ΄το πηγάδι, αναζωογονημένη από το νερό, άρχισε να ξυπνά. Οι σπόροι βλάστησαν παίρνοντας τη μορφή χλόης, τριφυλλιών, λουλουδιών και αδύναμων κορμών που μετατράπηκαν αργότερα σε δέντρα… Μια έκρηξη χρωμάτων και ζωής απλώθηκε γύρω από το απομακρυσμένο πηγάδι, το οποίο άρχισαν να αποκαλούν: “το Περιβόλι”. Όλοι το ρωτούσαν πως είχε καταφέρει αυτό το θαύμα. “Δεν είναι κανένα θαύμα” απαντούσε το Περιβόλι. “Πρέπει να σκάψεις στο εσωτερικό, προς τα μέσα.” Πολλοί θέλησαν να ακολουθήσουν το παράδειγμα του Περιβολιού, αλλά αποδοκίμασαν την ιδέα όταν συνειδητοποίησαν ότι, για να βαθύνουν, θα έπρεπε πρώτα να αδειάσουν. Συνέχισαν να διευρύνονται όλο και πιο πολύ, για να γεμίσουν με περισσότερα ακόμα πράγματα… Στην άλλη άκρη της πόλης, ένα άλλο πηγάδι αποφάσισε κι αυτό να πάρει το ρίσκο να αδειάσει… Κι άρχισε κι αυτό να βαθαίνει… Κι έφτασε κι αυτό στο νερό… Και το έριξε κι αυτό προς τα έξω δημιουργώντας μια δεύτερη όαση στο χωριό… “Τι θα κάνεις όταν θα τελειώσει το νερό;” το ρωτούσαν. “Δεν ξέρω τι θα συμβεί” απαντούσε. “Αλλά, προς το παρόν, όσο περισσότερο νερό βγάζω, τόσο περισσότερο νερό βρίσκω”. Πέρασαν μερικοί μήνες μέχρι τη μεγάλη ανακάλυψη. Μια μέρα, σχεδόν κατά τύχη, τα δύο πηγάδια κατάλαβαν ότι το νερό που είχαν βρει στο βάθος τους ήταν το ίδιο… Ότι το ίδιο υπόγειο ποτάμι που περνούσε από το ένα, γέμιζε το βάθος του άλλου. Κατάλαβαν ότι ξεκινούσε γι΄αυτά μια καινούργια ζωή. Όχι μόνο μπορούσαν να επικοινωνούν από στόμιο σε στόμιο, επιφανειακά, όπως όλοι οι άλλοι, αλλά η αναζήτησή τους, τους είχε προσφέρει ένα νέο και μυστικό σημείο επαφής.
Είχαν ανακαλύψει τη βαθιά επικοινωνία που πετυχαίνουν μόνον εκείνοι που έχουν το θάρρος να αδειάσουν από κάθε περιεχόμενο και να ψάξουν στο βάθος της ύπαρξης τους για να βρουν τι έχουν να δώσουν…
Έργο μεταιχμιακό, με πολλές φιλοσοφικές και αλληγορικές προεκτάσεις, η «Σκακιστική νουβέλα*» του μεγάλου αυστροεβραίου συγγραφέα Στέφαν Τσβάιχ είναι δικαίως μια από πλέον διαβασμένες και σχολιασμένες νουβέλες του εικοστού αιώνα.
Ήταν η τελευταία πράξη ενός πολυσύνθετου έργου –ποίηση, μεταφράσεις, λιμπρέτα, δοκίμια, πεζογραφία–, το οποίο σημαδεύτηκε από την αναγκαστική εξορία του συγγραφέα στην Αγγλία, στις ΗΠΑ και τέλος στη Βραζιλία, υπό το βάρος της επέλασης της ναζιστικής κτηνωδίας στη χώρα του και στην Ευρώπη γενικότερα. Εκεί, σε ένα μπάγκαλοουζ στην Πετρόπολη, στα εξήντα ένα του χρόνια, ο Τσβάιχ και η δεύτερη γυναίκα του, η Λότε Άλτμαν, έδωσαν τέλος στη ζωή τους, δίνοντας έτσι στη «Σκακιστική νουβέλα» το χαρακτήρα πνευματικής διαθήκης. Στο σημείωμά του προς τις βραζιλιάνικες αρχές, το ύφος του οποίου μαρτυρά πνευματική διαύγεια και ψυχική νηφαλιότητα, εξηγεί ως εξής την απόφαση που πήρε από κοινού με τη γυναίκα του: «[…] Ο κόσμος της γλώσσας μου σκοτείνιασε για μένα, και η Ευρώπη, ο χώρος των πνευματικών δεσμών μου, έχει κι αυτή αφανιστεί. […] Οι δυνάμεις μου έχουν εξαντληθεί από τα ατελείωτα χρόνια της ξενιτιάς μακριά από τα μέρη που με σημάδεψαν.»
H “σκακιστική νουβέλα” μας μεταφέρει σε ένα πλοίο που ταξιδεύει από τη Νέα Υόρκη στο Ρίο και το Μπουένος Άιρες, όπου η μοίρα θα φέρει σε επαφή, μέσω ενός αθώου στοιχήματος αρχικά, δύο αντίθετης τεχνικής σκακιστές, τον δρ.Μπ και τον παγκόσμιο πρωταθλητή σκακιού Μίρκο Τσέντοβιτς, για να μας δείξει πως υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να παίξουν εάν δεν έχουν σκακιέρα μπροστά τους, και άλλοι οι οποίοι στήνουν ολόκληρες παρτίδες στο μυαλό τους με το ρίσκο να διασχίσουν το κατώφλι της σχιζοφρένειας.
Ο Τσβάιχ χρησιμοποιεί το σκάκι ως αλληγορικό στοιχείο για να καθρεφτίσει έναν κόσμο, τόσο τον δικό του, τον εσωτερικό όσο και αυτόν που ξεθωριάζει γύρω του. Η ζωή μοιάζει με σκακιέρα και εκείνος μοιάζει με πιόνι χαμένο στην μετάφραση, βυθισμένο στην απουσία και την ανυπαρξία. Ο κ. Μπ όπως και ο ίδιος ο Τσβάιχ είναι η προσωποποίηση ενός αέναου δράματος που τέλος δεν έχει αλλά βρίσκει. Στην νουβέλα δράττεται της ευκαιρίας να αφηγηθεί την τρέλα ενός ανθρώπου που βίωσε την απόλυτη παράνοια όντας έγκλειστος σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου δίχως την παραμικρή δυνατότητα επικοινωνίας με τον έξω κόσμο. Σε ένα βιβλίο σκακιού βρίσκει ένα στήριγμα, μια παρέα, μία προσωρινή λύτρωση που σιγά σιγά μετατρέπεται σε εφιάλτη, θα αντέξει; Επιστρατεύοντας κάθε ικμάδα δύναμης που έχει μέσα του αντιστέκεται και εξαντλεί κάθε πιθανότητα επιβίωσης ενώ μάχεται να ξεφύγει από τον παραλογισμό, την σύνθλιψη, τον εξευτελισμό αλλά και από μια μιζέρια και μια οικουμενική φυλακή που ετοιμάζεται να απλώσει τα δίχτυα της μέσω ενός καθεστώτος που είναι αβυσσαλέο και αδυσώπητο, ανελέητο και παράφρον. Και όμως οι παρτίδες σκάκι που είναι ο μονόδρομος απασχόλησης του μυαλού καταντούν πλέον η απειλή του αφού εφευρίσκει εσωτερικούς εχθρούς, παίζει για λογαριασμό δύο, σκέφτεται για δύο, ταυτόχρονα είναι το άσπρο και το μαύρο στρατόπεδο σαν τον ηθοποιό που καλείται να υποδυθεί δύο ρόλους με διαφορά δευτερολέπτων.
Τελικά από ποιο είδος αιχμαλωσίας κινδυνεύει πλέον; Και ομολογεί: «Η φοβερή κατάσταση στην οποία βρισκόμουν με ανάγκασε να κάνω τουλάχιστον αυτήν την προσπάθεια, να διχάσω το εγώ μου σε μαύρο και λευκό, προκειμένου να μη με συνθλίψει η φρικτή ανυπαρξία γύρω μου». Αλλά παράλληλα παραδέχεται: «Είχα καταληφθεί από μια μανία, στην οποία δεν μπορούσα να αντισταθώ». «Ήταν αδύνατο να φανταστώ τη ζωή ενός ανθρώπου με ζωηρό πνεύμα ο οποίος περιορίζει τον κόσμο του σε έναν στενό μονόδρομο ανάμεσα στο άσπρο και το μαύρο, αναζητεί τους θριάμβους του σε τριάντα δύο πιόνια και στο συνεχές τους πέρα δώθε, στο πίσω μπρος […]». Πράγματι η αποστολή του είναι δύσκολη, είναι ένας αγώνας άνισος και όταν βρίσκεται στο πλοίο της γραμμής αντιμέτωπος με τα φαντάσματα του παρελθόντος τότε όλα παίρνουν άλλη τροπή. Γιατί θα αναρωτηθεί και εύλογα είναι πάλι μία επικίνδυνη επιστροφή σε έναν εθισμό από τον οποίο πίστευε πως έχει απαλλαχθεί;
Ο Τσβάιχ παίζει επικίνδυνα με την ίδια του την ψυχολογία και δεν το κάνει για πρώτη φορά. Καταπιάνεται με την ασταθή ψυχοσύνθεσή του, τον ευαίσθητο όσο και εύθραυστο χαρακτήρα του, το πολιτιστικό και πολιτισμικό σοκ μέσα από το οποίο προσπαθεί συνεχώς να συνέλθει αλλά αδυνατεί. Δέσμιος της απογοήτευσης και της απελπισίας να βρει το δικό του καταφύγιο περιπλανιέται από χώρα σε χώρα ξένος να αναζητά τον τόπο εξορίας του δίχως αυτό να επουλώνει τις ανοιχτές πληγές. Είναι θαυμαστό όμως πως βρίσκει το θάρρος, το σθένος, την τόλμη και την γενναιότητα να μιλήσει για τον ίδιο, να θέσει τον ίδιο στο κέντρο της προσοχής μας και να παραδώσει ένα τέτοιο αριστουργηματικό τελικό σύγγραμμα και ύστερα ξεμένοντας από δυνάμεις να θέσει τέλος σε όλο αυτό το μαρτύριο με την ησυχία και την βεβαιότητα πως έπραξε ότι ήταν λογοτεχνικώς και ανθρωπίνως δυνατό.
Αν και μόλις 120 σελίδες, η «Σκακιστική νουβέλα» αποτελεί ένα συναρπαστικό και πολυεπίπεδο ανάγνωσμα, που επιδεικνύει την ώριμη συγγραφική μαεστρία του Τσβάιχ. Με μία παιγνιώδη όσο και ουσιαστική αφήγηση, συνδυάζει την πολιτική αλληγορία με το ψυχογράφημα των χαρακτήρων. Τα θέματα του μονομανιακού πάθους και των μυστηρίων της ανθρώπινης φύσης ξεδιπλώνονται παράλληλα με μία σοφά εξελισσόμενη ψυχολογική προσέγγιση. Έτσι, σε μια διήγηση που κόβει την ανάσα, γίνεται αναφορά στις μεθόδους βασανιστηρίων του εθνικοσοσιαλισμού, ενώ έχουμε επίσης μια σύγκριση ανάμεσα σε δύο ανθρώπινους τύπους, ο ένας κλειστός και με αυτάρκεια στο παιχνίδι του, και ο άλλος που έζησε μια τρομερή δοκιμασία, στην οποία οφείλει την πνευματική του ιδιαιτερότητα αλλά και εξαιτίας της οποίας παραμένει υπερβολικά εύθραυστος.
Όπως καταλάβατε, η σκακιστική νουβέλα είναι πολλά περισσότερα από μια παρτίδα σκάκι. Μέσα στις λίγες σελίδες της που ο αναγνώστης της απορροφά με μανία πετυχαίνει να αναδείξει τις βαρβαρότητες του εθνικοσοσιαλισμού, την ευθραυστότητα του ανθρώπινου νου, τη μαγεία και τη μανία ενός παιχνιδιού. Εκτός από τα πιόνια του σκακιού που εμφανίζονται στην σκακιέρα, εμφανίζονται μπροστά μας σκέψεις περί εγκλεισμού, περί αντοχής, περί προσδοκιών. Το τέλος αφήνεται με μαεστρία στην φαντασία του αναγνώστη που καλείται να λύσει τον δικό του σκακιστικό γρίφο! Αν δεν το έχετε διαβάσει ακόμα, τώρα είναι η ευκαιρία να το πράξετε!
Υπάρχουν σπουδαία έργα τέχνης που εδώ και αιώνες έχουν τεράστια απήχηση, επειδή μας μιλούν σε βαθύ, συναισθηματικό επίπεδο.
Πολλά από τα αριστουργήματα της τέχνης μας είναι ελκυστικά ακριβώς επειδή καταπιάνονται με καθολικά ανθρώπινα θέματα όπως η αγάπη, ο θάνατος, η γέννηση, η ευτυχία, η απελπισία και μία ποικιλία εμπειριών που έχουν να κάνουν με μεταβαλλόμενες καταστάσεις συνείδησης ή την κατανόηση της πραγματικότητας. Ας δούμε λοιπόν 15 έργα τέχνης που απαθανατίζουν σημαντικές ιδέες της ψυχολογίας.
Ο Εαυτός (η εικόνα του Εαυτού): Ρενέ Μαγκρίτ (1898-1967), TheFalseMirror,1928
Πρόκειται για μια ισχυρή εικόνα ενός ματιού που κοιτάζει τον θεατή, με σύννεφα να διέρχονται από την ίριδα του ματιού. Θεωρούμε τα μάτια ως τα παράθυρα της ψυχής ή ότι μας παρέχουν πληροφορίες για την προσωπικότητα κάποιου. Η σουρεαλιστική εικόνα της εμφάνισης των σύννεφων αντί της ίριδας, μπορεί να σημαίνει ότι κοιτάζουμε τον εαυτό μας ή κοιτάζοντας προς τα έξω διερευνώντας το μάτι και το μυαλό κάποιου άλλου. Εναλλακτικά, αυτός ο πίνακας θα μπορούσε να είναι ένα ωραίο, εναλλακτικό ξεκίνημα σε μια διάλεξη ψυχολογίας σχετικά με την εικόνα του εαυτού. Και στις δύο περιπτώσεις, η εικόνα είναι μια συναρπαστική εικόνα που παίζει με την επιθυμία μας να κατανοήσουμε τους άλλους, αν όχι τους εαυτούς μας, κοιτάζοντας τα μάτια τους.
H ψυχική ασθένεια και ο εγκλεισμός σε ίδρυμα: Βίνσεντ βαν Γκογκ (1853-1890), CorridorintheAsylum, 1889
Οι εμπειρίες του Βαν Γκογκ κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του μοιάζουν να προωθούν μια προφανή σύνδεση ανάμεσα στην ψυχολογία και την τέχνη. Οι τελευταίοι πίνακες του Βαν Γκογκ φαίνεται να πληρούν τις προϋποθέσεις για την απεικόνιση των θεμάτων της «παραφροσύνης» και της δημιουργικότητας. Αυτός ο συγκεκριμένος πίνακας, που δείχνει ένα μακρύ διάδρομο που ξεθωριάζει, αιχμαλωτίζει τη μοναξιά και την αποδιοργάνωση της ζωής σε ένα ίδρυμα στα τέλη του 19ου αιώνα.
H θεωρία της προσκόλλησης: Μπερτ Μοριζό (1841-1895), TheCraddle, 1872
Η μητέρα που κοιτάζει με αγάπη το μωρό της που κοιμάται στην κούνια του, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα γλυκανάλατο έργο, αλλά ο πίνακας αυτός (από μία από τις λίγες γυναίκες ιμπρεσιονίστριες ζωγράφους) επικεντρώνεται στο περιποιητικό πρόσωπο της μητέρας και όχι στο χαριτωμένο μωρό στην κούνια. Την βλέπουμε να κοιτάζει επιμελώς το παιδί, έχοντας ένα ελαφρύ χαμόγελο στο πρόσωπό της. Η θεωρία της προσκόλλησης στην ψυχολογία περιγράφει τη σύνδεση του παιδιού με τον γονέα, αλλά αυτός ο πίνακας δείχνει το αντίστροφο, δηλαδή, το δέσιμο που βιώνει και η μητέρα.
Όνειρα: Μαρκ Σαγκάλ (1887-1985), The Flying Carriage, 1913
Αυτός ο περίτεχνος πίνακας που απεικονίζει έναν άνδρα με ένα άλογο να απογειώνονται από το έδαφος δίπλα σε ένα μικρό σπίτι, όπως και πολλά από τα έργα του, έχει μια ονειρική ποιότητα τόσο στις αέρινες πινελιές του όσο και στο αντικείμενο που παρουσιάζει. Ο πίνακας Ο Βιολιστής του Σαγκάλ, ομοίως, που απεικονίζει το Βιολιστή στη Στέγη που ενσαρκώνει το ομώνυμο μιούζικαλ, αναδεικνύει επίσης μια εξέχουσα αλληλουχία ονείρων. Ο Σαγκάλ, αποτυπώνοντας στον καμβά εικόνες από τη νιότη του, μας περνάει μέσα από τις πρώτες αναμνήσεις του, οι οποίες μπορεί να συνέθεσαν και πολλά από τα όνειρά του.
Η γνωστική λειτουργία: Σαλβαδόρ Νταλί (1904-1989), ThePersistenceofMemory, 1931
Ο πίνακας αυτός του Νταλί που απεικονίζει μία έρημο γεμάτη με ρολόγια που λιώνουν, έχει αναφερθεί για τους συμβολισμούς του σε διάφορα βιβλία ψυχολογίας, όπως αναφορικά με την αδυναμία της ανθρώπινης μνήμης. Το γεγονός ότι ο Νταλί αναφέρθηκε απευθείας σε αυτή την ανθρώπινη αδυναμία στον τίτλο του έργου του, δείχνει ότι ήθελε να συλλογιστούμε την ειρωνεία ότι τα μυαλά μας δεν είναι σαν τα μηχανήματα και ότι χαλάνε όλο και περισσότερο όσο περνάει ο καιρός.
Το συναίσθημα: Έντβαρτ Μουνκ (1863-1944), TheScream, 1895
Η εικόνα ενός ανθρώπου που κρατάει το πρόσωπό του, καθώς κραυγάζει από αγωνία είναι η τέλεια εικόνα της νεύρωσης. Ο Μουνκ, του οποίου η δουλειά προηγήθηκε του εξπρεσιονιστικού κινήματος, απεικονίζει το συναίσθημα της αγωνίας ή του άγχους σε αυτόν τον πίνακα. Όσο και αν προσπαθούν οι ψυχολόγοι να περιγράψουν και να κατανοήσουν τα συναισθήματα με θεωρίες και δεδομένα, αυτός ο άνθρωπος που κραυγάζει, αιχμαλωτίζει την εμπειρία του με τρόπους που ούτε οι λέξεις ούτε οι αριθμοί δεν μπορούν να αποδώσουν.
Η νευροεπιστήμη: Μιχαήλ Άγγελος (1475-1564), TheCreationofAdam, (στην οροφή της Καπέλλα Σιστίνα), 1508-1512
Παρόλο που αυτή η σκηνή της δημιουργίας του Αδάμ με το δάκτυλό του να δείχνει στο Θεό, συνήθως ερμηνεύεται με θρησκευτικούς όρους, από ψυχολογική άποψη υπάρχει και μια μεταφορά για τη«σύναψη». Οι νευρώνες επικοινωνούν μεταξύ τους μέσα σε ένα κενό, δεν είναι άμεσα συνδεδεμένοι. Σε αυτό το κενό, πολλά μπορεί να πάνε στραβά. Μπορεί να υπάρχουν αρκετοί νευροδιαβιβαστές ή πολύ λίγοι. Ομοίως, στην περίπτωση του Θεού και του Αδάμ, εάν ο Θεός είχε δημιουργήσει κυριολεκτικά έναν κλώνο του, τότε ο Αδάμ θα ήταν «τέλειος». Στην περίπτωση της δημιουργίας και της συνάψεως, το κενό δημιουργεί μια σειρά από ενδιαφέρουσες δυνατότητες.
Η γήρανση: Ρέμπραντ (1606-1669), Αυτοπροσωπογραφία με μπερέ (1630)Αυτοπροσωπογραφία σε γεροντική ηλικία (1669)
Ανάμεσα σε πολλές από τις αριστουργηματικές δημιουργίες του Ρέμπραντ βρίσκεται μια σειρά αυτοπροσωπογραφιών που καταγράφουν τις αλλαγές καθ’ όλη τη διάρκεια της ενήλικης ζωής του. Συγκρίνοντας την αρχή και το τέλος της ζωής, αυτοί οι δύο πίνακες δείχνουν την εξέλιξη του Ρέμπραντ από την δροσερή, γεμάτη αυτοπεποίθηση νιότη στονθαμπό και υποτονικό ηλικωμένο άνθρωπο. Η εναλλαγή των πινελιών από εξαιρετικά λεπτομερείς σε πιο ιμπρεσιονιστικές, θεωρείται από ορισμένους ψυχολόγους ως παράδειγμα «του στυλ μεγαλύτερης ηλικίας», όπου οι μεγαλύτερης ηλικίας καλλιτέχνες ενδιαφέρονται περισσότερο να απεικονίζουν τα συναισθήματα και τη διάθεση, παρά ακριβείς αναπαραστάσεις του αντικειμένου τους.
Η αντίληψη: Μαουρίτς Κορνέλις Έσερ (1898-1972) AscendingandDescending, 1960
Οι άκρως δημοφιλείς πίνακες που ο Έσερ δημιούργησε, «παίζουν» με τις διαδικασίες της αντίληψης μας «από την κορυφή προς τα κάτω», όπου αναμένουμε ότι ο τρισδιάστατος κόσμος θα έχει μία συγκεκριμένη όψη. Μόλις αρχίσετε να ακολουθείτε τις σκάλες και τα μπαλκόνια, ωστόσο, συνειδητοποιείτε ότι οι προσδοκίες σας έχουν πλέον διαψευσθεί. Τα παραπλανητικά σημάδια παρέχουν πληροφορίες για τους παράγοντες που συνήθως σας καθοδηγούν για να δείτε το βάθος και που στην πορεία γίνονται διασκεδαστικά.
Η αίσθηση: Τζόρτζια Ο’Κιφ (1887-1986) Shell # 1, 1928
Σε αυτόν τον πίνακα ενός κελύφους σαλιγκαριού να γεμίζει τον καμβά, η Τζόρτζια Ο’ Κιφ επικεντρώνει την προσοχή μας στις μικρές λεπτομέρειες ενός αντικειμένου που στην πραγματικότητα είναι πολύ μικρό. Αυτό το παιχνίδι με το μέγεθος είναι πληροφοριακό από μόνο του, αλλά το κέλυφος έχει το ίδιο σχήμα με τον κοχλία και επομένως αυτό παρέχει μια ωραία απεικόνιση της δομής που παίζει κρίσιμο ρόλο στην ακοή.
Η σεξουαλικότητα: Γκούσταφ Κλιμτ (1862-1918) TheKiss, 1907-08
Η οικειότητα αυτού του ζευγαριού αποτελεί το επίκεντρο αυτού του πολυτελή πίνακα με τις εντυπωσιακές αποχρώσεις του χρυσού, οι οποίες, στην πραγματικότητα, διακοσμούνται με φύλλα χρυσού. Εμφανίζονται συναισθηματικά καθώς και σωματικά τυλιγμένοι μεταξύ τους. Κλεισμένοι μέσα σε έναν κύκλο, αντιπροσωπεύουν την άποψη της οικειότητας ως μία μορφή συναισθηματικής σύνδεσης. Ο πίνακας δείχνει επίσης τη σωματική τους οικειότητα, αν και το συναισθηματικό κομμάτι σχεδόν εξουδετερώνει τη σωματική σύνδεση.
Το στρες: Πητ Μοντριάν (1872-1944), Broadway Boogie Woogie, 1942-43
Οι κίτρινες γραμμές που υπογραμμίζονται με μαύρες και κόκκινες κουκίδες δίνουν την εντύπωση ενός πολυσύχναστου δικτύου κυκλοφορίας της Νέας Υόρκης. Η ζωγραφική εμπνεύστηκε από την τζαζ μουσική (εξ ου και η ονομασία «boogie woogie») αλλά δείχνει επίσης την πίεση της σύγχρονης ζωής. Αντίθετα από ένα ειδυλλιακό τοπίο, αυτή η εικόνα όχι μόνο αντιπροσωπεύει, αλλά μπορεί να προκαλέσει, συναισθήματα στρες στον θεατή.
Οι εικονικές κονσέρβες σούπας Campbell που φαίνονται σε αυτόν τον πίνακα είναι πολύ τυπικά του ποπ-καλλιτεχνικού κινήματος της δεκαετίας του ’60. Στην πραγματικότητα, ο Γουόρχολ βοήθησε στην εφεύρεση αυτού του κινήματος. Η ετικέτα της σούπας μπορεί να προκαλεί θετικά συναισθήματα, επειδή συνδέεται με ένα από τα φαγητά που ξυπνούν ευχάριστες αναμνήσεις. Το γεγονός ότι η εταιρεία Campbell εκμεταλλεύεται αναμφισβήτητα αυτή τη σύνδεση, την καθιστά ένα καλό παράδειγμα τακτικής στη διαφήμιση.
Το βασικό θέμα αυτής της αφηρημένης απεικόνισης μιας ένοπλης σύγκρουσης είναι αυτό της επιθετικότητας και της ομαδικής ψυχολογίας. Παρόλο που ο Picasso ζωγράφισε αυτόν τον πίνακα από μία πολιτικά πλεονεκτική θέση, ο πίνακας προκαλεί έντονα συναισθήματα και μας κάνει να σκεφτούμε αν είμαστε έμφυτα επιθετικοί ή αν θα μπορούσαμε ποτέ να υπερνικήσουμε αυτές τις δυνατές παρορμήσεις μας για να βλάψουμε τους συνανθρώπους μας.
Το κίνητρο: Κλωντ Μονέ (1840-1926) WaterLilies, 1915-1926
Στο άλλο άκρο του φάσματος, τα νούφαρα του Μονέ απεικονίζουν αιώνια ομορφιά και ηρεμία. Όμως, όσο όμορφα και αν είναι, η προσπάθεια που αντιπροσωπεύει αυτός ο πίνακας μπορεί να αποτελέσει έμπνευση. Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Μονέ ανέπτυξε καταρράκτη που παρεμπόδισε την ικανότητά του να βλέπει αποχρώσεις του μπλε και του πράσινου. Υποβλήθηκε σε μία επιτυχημένη χειρουργική επέμβαση καταρράκτη και όταν δημιούργησε αυτόν και άλλους πίνακες του, η έγχρωμη όρασή του είχε αποκατασταθεί. Για έναν άνθρωπο ηλικίας 80 ετών που έπρεπε να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση καταρράκτη, μια τεχνική που περιλάμβανε σημαντικά μεγαλύτερο κίνδυνο και δυσφορία σε σχέση με σήμερα, απαιτούσε αξιοσημείωτα υψηλά επίπεδα κινήτρων.
“Πολύ μεγάλη σημασία για τη διαμόρφωση των διαθέσεων και της συμπεριφοράς του ανθρώπου στο κεφάλαιο της ερωτικής ζωής, και γενικότερα στη συγκρότηση της προσωπικότητάς του, έχουν οι πρώτες σεξουαλικές εμπειρίες, το πώς γεύτηκε στα χρόνια της νεότητάς του την ηδονή του φύλου. Εάν μερικοί μιλούν για την επιθυμία και τον έρωτα επιπόλαια η με σαρκασμό, σα να είναι δευτερεύουσες η ευτελείς υποθέσεις της ζωής, εάν ακόμη μερικοί αισθάνονται απέναντι στην επιθυμία και στον έρωτα αποστροφή και φόβο, αηδίαν η αβεβαιότητα, τούτο κατά μεγάλο μέρος οφείλεται στο γεγονός ότι και οι πρώτοι και οι δεύτεροι δεν ευτύχησαν να έχουν καλές σεξουαλικές και αισθηματικές εμπειρίες στα πρώτα, τα κρίσιμα χρόνια της ζωής. Με τις πρώτες εμπειρίες, και σε τούτο και σε πολλά άλλα θέματα, τοποθετούνται για το χαρακτήρα και την πνευματική υφή του ανθρώπου οι σιδηροτροχιές απάνω στις οποίες θα κινηθεί, όπως το τραίνο στις γραμμές του.
Είναι μεγάλη ευλογία για το νέο άνθρωπο να έχει με καλούς οιωνούς μυηθεί στα αινίγματα και στις συγκινήσεις του sex. Θα σταθεί γερά πάνω στα δυο του πόδια, θα αποκτήσει αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία και θα αντέξει στις θύελλες της ζωής.
Αλλοίμονο σ’ εκείνον που έχει γευτεί πρόστυχα την ηδονή της σάρκας στα πρώτα βήματά του, ή στο πρώτο του ερωτικό αναφτέρωμα συνάντησε την αδιαφορία ή γνώρισε την απογοήτευση. Στραβώνει ο δρόμος του και δύσκολα θα ξαναβρεί τη σωστή γραμμή. Δεν είναι σπάνιοι (ακόμη και στους κύκλους των μορφωμένων) εκείνοι που, όταν συζητούμε μαζί τους για τον έρωτα, μας αιφνιδιάζουν με τον τρόπο που τον αντιμετωπίζουν ή τον προσπερνούν με ελαφρότητα και ειρωνεία ή μιλούν γι’ αυτόν με κυνισμό και απρέπεια. Απορούμε πώς άνθρωποι σοβαροί τηρούν απέναντι σ’ ένα τόσο σοβαρό θέμα μια τόσο παιδαριώδη στάση. Κακότυχοι άνθρωποι… Την ώρα που πήγαινε να ανθίσει η ψυχή τους, που δοκίμαζαν να μυηθούν στα μυστήρια και να χαρούν το θαύμα, δεν αξιώθηκαν να βρούν τον σύντροφο τον πρόθυμο να τους παρασταθεί, τον άξιο ν’ αγωνιστεί μαζί τους τον ωραίο αγώνα-και έμειναν στη μέση του δρόμου ή παραστράτησαν. Όσο περνούν τα χρόνια η στέρηση θα γίνεται πιο πικρή, ο εκτροχιασμός πιο επικίνδυνος και ξαφνιάζεται κανείς να βλέπει ανθρώπους που πέρασαν με ευπρέπεια τη ζωή τους, να έχουν γεράματα όχι ειρηνικά, ούτε ανεπαίσχυντα.
Θα έδινα λοιπόν στους νέους για τον ορθό ερωτικό προσανατολισμό τους τις εξής συμβουλές:
α. Μην ταυτίζετε τον έρωτα με την επιθυμία. Η επιθυμία είναι απαίτηση της ζωτικότητάς σας, η ικανοποίηση της θα σας ανακουφίσει. Ο έρωτας αποκαλύπτεται στο πνεύμα, με αυτόν θα ολοκληρωθεί η ύπαρξή σας… Μη βιάζεσαι λοιπόν να αποφασίσεις. Περίμενε να ‘ρθει η ευλογία του έρωτα. Πρώτη μας λοιπόν συμβουλή πρέπει να ‘ναι προσμονή, όχι βιασύνη. Γιατί όχι βιασύνη; Γιατί την ώρα της ροδοδάκτυλης αυγής μια κακή τοποθέτηση της αγάπης μας μπορεί να μας πολώσει προς τα κάτω, να μεταθέσει το κέντρο του ηθικού μας βάρους χαμηλά και να μείνουμε εκεί- να μαδήσουν τα φτερά μας και να μην πετάξουμε πια ψηλά….
Κάτι απερίγραπτα λεπτό και πολύτιμο υπάρχει μέσα σου. Φύλαξέ το ! Μη ρίξεις αμέσως αυτή την τελευταία εφεδρία στη μάχη, με την πρώτη κιόλας κρούση προς το άλλο φύλο.
β. Μην προσπαθήσετε να αποσπάσετε την αγάπη με μέσα ανέντιμα από το πρόσωπο που σας έχει γοητέψει. Ο έρωτας δεν εκβιάζεται. Γίνου άξιός του να σου δωθεί. Ας διδάξουμε στους νέους ότι ο έρωτας είναι μια σχέση απόλυτης αμοιβαιότητας. Συνδέει 2 πρόσωπα που το καθένα έχει ελεύθερα εκλέξει το άλλο, και είναι πάντοτε πρόθυμο να χαρίζεται στο άλλο, χωρίς ποτέ να συλλογίζεται ή να υπολογίζει την αμοιβή, γιατί έχει τη συνείδηση ότι οσαδήποτε κι αν δώσει, προσφέρει λιγότερα απ’ όσα παίρνει….
Εάν η ανταπόκριση δεν υπάρχει στην διάθεση και στην πράξη και των 2 προσώπων, δεν μπορεί να γίνει λόγος για έρωτα. Όταν αντιληφθούμε ότι παρά την προσφορά μας δεν συναντούμε ειλικρινή και αμέριστη ανταπόκριση από τον άλλο, τούτο είναι σημάδι φανερό ότι δεν βρισκόμαστε στο σωστό δρόμο, δεν χτυπάμε την πόρτα που θα ανοίξει. Είναι λάθος να νομίζουμε ότι εάν επιμένουμε, πιέσομε, κάνουμε πιο συστηματικά την πολιορκία μας, θα κατακτήσουμε το είδωλό μας. Η τακτική αυτή ίσως να είναι αποτελεσματική στο επίπεδο της επιθυμίας, όχι και στο επίπεδο του έρωτα.
γ. Όταν κατακτήσετε το μεγάλο αγαθό του έρωτα, μην αναπαυθείτε στις δάφνες σας. Είναι δυσκολότερο ακόμη να το διατηρήσετε. Για να κρατηθείτε στο ύψος της δωρεάς που σας έγινε, θα αγωνιστείτε ανανεώνοντας διαρκώς τους τίτλους των διεκδικήσεών σας. Ο έρωτας μοιάζει με την ελευθερία σε τούτο: ότι είναι προνόμιο που πρέπει διαρκώς να αποδείχνεις στη πράξη ότι το αξίζεις. Για να διατηρηθεί στέρεος ο ερωτικός δεσμός έχει ανάγκη από διαρκώς μεγαλύτερα κεφάλαια τρυφερότητας και στοργής , εμπιστοσύνης και εκτίμησης, αφοσίωσης και θαυμασμού, που να τα καταθέτουν χωρίς φειδώ και τα δύο μέρη.
Γιατί ο αληθινός έρωτας είναι ένα αέναο παρόν, όχι παρελθόντος αναμνήσεις. Υπάρχει μόνο ως μία διαρκώς ανανεωνόμενη κατάκτηση. Και κερδίζεται με τις θυσίες που απαιτεί μία νίκη ακριβή. Έτσι δίνεται στον άνθρωπο κάθε είδος ευτυχίας”.
Σαν σήμερα πεθαίνει ο αγαπημένος ψυχολόγος και συγγραφέας. Έλεγε: Η παιδαριώδης αγάπη ακολουθεί την αρχή: «Αγαπώ επειδή με αγαπούν». Η ώριμη αγάπη ακολουθεί την αρχή «με αγαπούν επειδή αγαπώ». Η ανώριμη αγάπη λέει: «Σ’ αγαπώ επειδή σε χρειάζομαι». Η ώριμη αγάπη λέει: «Σε χρειάζομαι επειδή σ’ αγαπώ».
Αν ένα πρόσωπο αγαπά μονάχα ένα άλλο πρόσωπο και αδιαφορεί για τους άλλους συνανθρώπους του, η αγάπη του δεν είναι αγάπη, αλλά μεγενθυμένος εγωισμός. Αν αγαπώ πραγματικά έναν άνθρωπο, τότε αγαπώ όλους τους ανθρώπους, αγαπώ όλον τον κόσμο, αγαπώ τη ζωή. Αυτή είναι η αδελφική αγάπη και βρίσκεται στη βάση κάθε άλλης αγάπης.
Η σεξουαλική επιθυμία μπορεί να διεγερθεί από την αγωνία της μοναξιάς. Καμιά φορά από ματαιοδοξία. Η πηγή της μπορεί να είναι η επιθυμία για κατάκτηση, για εκδίκηση ή για καταστροφή. Η αγάπη είναι μόνο ένα από τα δυνατά συναισθήματα που μπορούν να προκαλέσουν σεξουαλική επιθυμία. Οι περισσότεροι άνθρωποι εύκολα ξεγελιούνται και πιστεύουν ότι είναι ερωτευμένοι όταν επιθυμούν ο ένας τον άλλον σεξουαλικά. Η αγάπη μ.π.ο.ρ.ε.ί να εμπνεύσει την επιθυμία για σεξουαλική ένωση κι όταν γίνει αυτό, η σωματική σχέση είναι ένα με την τρυφερότητα. Αν η επιθυμία για σωματική ένωση δεν έχει προκληθεί από αγάπη, τότε ποτέ δεν οδηγεί σε κάτι πέρα από μια φευγαλαία ένωση.
Η ώριμη ερωτική αγάπη θα πρέπει να είναι ουσιαστικά, μια πράξη θέλησης. Να δεσμεύει κανείς τη ζωή του απόλυτα στη ζωή ενός άλλου προσώπου. Το να αγαπά κανείς κάποιον δεν είναι απλώς ένα δυνατό συναίσθημα – είναι μια απόφαση, μια κρίση, μια υπόσχεση. Η αγάπη δεν είναι αποτέλεσμα σεξουαλικής ικανοποίησης. Αντίθετα, η σεξουαλική ευτυχία – ακόμα και η γνώση της λεγόμενης σεξουαλικής τεχνικής – είναι αποτέλεσμα της αγάπης. Αν ένα ανίκανο ή ψυχρό πρόσωπο μπορέσει να αναδυθεί από το φόβο ή το μίσος και να αγαπήσει, τότε τα σεξουαλικά προβλήματα του λύνονται. Αν δεν μπορέσει, τότε καμιά σεξουαλική τεχνική δεν θα τον βοηθήσει.
Οι πραγματικές συγκρούσεις δεν είναι καταστρεπτικές. Όταν αντιμετωπιστούν τίμια, οδηγούν σε ένα ξεκαθάρισμα από το οποίο και οι δύο βγαίνουν κερδισμένοι σε δύναμη και γνώση. Η αγάπη είναι εφικτή μόνο αν δυο πρόσωπα επικοινωνούν μεταξύ τους από το κ.έ.ν.τ.ρ.ο του είναι τους και αν δεν προσπαθούν να αποφύγουν τα προβλήματά τους.
Μόνον ο άνθρωπος που έχει πίστη στον εαυτό του μπορεί να είναι πιστός στους άλλους. Η αγάπη είναι μια δύναμη που παράγει αγάπη. Η ικανότητα να αγαπά κανείς σαν μια πράξη δοσίματος, εξαρτάται από το κατά πόσο ο χαρακτήρας του ανθρώπου έχει εξελιχτεί πέρα από την ανάγκη της εξάρτησης, από την αγάπη του εαυτού του, από την επιθυμία να χρησιμοποιεί και να εκμεταλλεύεται τους άλλους ή να συσσωρεύει. Αγαπώ σημαίνει εγκαταλείπομαι χωρίς καμία εγγύηση, δίνομαι εντελώς ελπίζοντας ότι η αγάπη μου θα αφυπνίσει την αγάπη στον άλλον.
Όταν ήμουν μικρός μου άρεσε πολύ ο μαγικός κόσμος του τσίρκου. Ενθουσιαζόμουν όταν έβλεπα από κοντά όλα αυτά τα ζώα που ταξίδευαν μέσα στα τροχόσπιτα από την μια πόλη στην άλλη. Στην παράσταση όλα μου φαίνονταν μαγικά και λαμπερά, αλλά τη στιγμή που εμφανιζόταν ο ελέφαντας ήταν η αγαπημένη μου.
Το γιγάντιο ζώο ήταν τρομερά επιδέξιο, τρομερά μεγάλο και τρομερά δυνατό.
Σίγουρα ένα ζώο σαν κι αυτό θα μπορούσε να ξεριζώσει ένα ολόκληρο δέντρο μ’ ένα μικρό τράβηγμα, το δίχως άλλο…
Μου έκανε εντύπωση, όμως, που μετά από κάθε επίδειξη το προσωπικό του τσίρκου αλυσόδενε τον ελέφαντα σ’ ένα μικροσκοπικό ξυλαράκι, ελάχιστα βυθισμένο στην άμμο.
Αυτό ήταν για μένα μεγάλο μυστήριο. Ακόμα και αν η αλυσίδα ήταν χοντρή και γερή, ένα ζώο που μπορούσε να γκρεμίσει ολόκληρο τοίχο μ’ ένα του τράβηγμα, εύκολα θα μπορούσε να απελευθερωθεί από το ξυλαράκι και να το βάλει στα πόδια.
Τι συγκρατούσε τον ελέφαντα; Γιατί δεν το έσκαγε;
Όταν ήμουν πέντε ή έξι χρονών, πίστευα ακόμα ότι οι μεγάλοι τα ήξεραν όλα. Έτσι πήγα και ρώτησα τους δασκάλους μου, το θείο και την μητέρα μου για το μυστήριο του ελέφαντα.
Εκείνοι μου εξήγησαν ότι ο ελέφαντας δεν το έσκαγε επειδή τον είχαν δαμάσει. Τότε, όπως ήταν λογικό, τους ρώτησα: «Αν είναι δαμασμένος και γι’ αυτό δεν το σκάει, γιατί τον δένουν;».
Κανείς δεν ήξερε να μου απαντήσει σ’ αυτήν την ερώτηση.
Πολύ καιρό μετά, μια νύχτα, γνώρισα κάποιον πολύ σοφό που είχε ταξιδέψει στην Ινδία και αυτός με βοήθησε να βρω την απάντηση.
Ο ελέφαντας του τσίρκου είχε μείνει δεμένος σ’ ένα ξυλαράκι από τότε που ήταν μικρός.
Θυμάμαι που έκλεισα τα μάτια και σκέφτηκα το μικρό, το νεογέννητο ελεφαντάκι να κάθεται δεμένο στο ξύλο. Το φαντάστηκα να σπρώχνει και να τραβάει την αλυσίδα κάθεμέρα νύχτα, όλη μέρα και να προσπαθεί να λυθεί.
Σχεδόν μπορούσα να το δω να κοιμάται κάθε νύχτα εξαντλημένο από την κούραση με τη σκέψη πως το επόμενο πρωί θα ξαναπροσπαθούσε.
Όλα ήταν μάταια: το ξυλαράκι ήταν πολύ γερό για ένα νεογέννητο ζωάκι, ακόμα και αν μιλάμε για ελέφαντα.
Ώσπου, μια μέρα, την πιο θλιβερή μέρα της μικρής ζωής του, το ελεφαντάκι δέχτηκε ότι δενμπορούσε να ελευθερωθεί και παραδόθηκε στη μοίρα του. Κατάλαβα τότε γιατί ο πανίσχυρος και τεράστιος ελέφαντας που έβλεπα στο τσίρκο έμενε αλυσοδεμένος. Ήταν πια σίγουρος πως ποτέ δε θα μπορούσε να ελευθερωθεί από το ξυλάκι του.
Το κακόμοιρο ζώο είχε πια την αποτυχία χαραγμένη στην ελεφαντινή μνήμη του και ποτέ, ποτέ πια δεν θα ξαναδοκίμαζε τη δύναμή του…
Κάποιες νύχτες ονειρεύομαι ότι πλησιάζω τον αλυσοδεμένο ελέφαντα και του λέω στο αφτί:«ξέρεις κάτι; Εμείς οι δύο μοιάζουμε.
Νομίζεις ότι και εσύ δεν μπορείς να κάνεις κάποια πράγματα επειδή, μια φορά, προσπάθησες και δεν τα κατάφερες. Πρέπει να καταλάβεις ότι ο καιρός πέρασε και σήμερα είσαι πια πιο μεγάλος και πιο δυνατός από παλιά.
Αν ήθελες στα αλήθεια να απελευθερωθείς, είμαι σίγουρος ότι θα μπορούσες να το πετύχεις. Γιατί δεν το δοκιμάζεις;»Μερικές φορές ξυπνάω με τη σκέψη ο ελέφαντάς μου, τελικά, κάποια μέρα το επιχείρησε και κατάφερε να ξεριζώσει το ξύλο.
Τότε χαμογελάω και φαντάζομαι ότι το τεράστιο ζώο συνεχίζει να ταξιδεύει με το τσίρκο επειδή χαίρεται να βλέπει τα παιδιά να διασκεδάζουν, αλλά χωρίς αλυσίδα.
Πηγή: Χόρχε Μπουκάι
Χρησιμοποιούμε cookies για να διασφαλίσουμε ότι σας προσφέρουμε την καλύτερη εμπειρία στον ιστότοπό μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτόν τον ιστότοπο, θα υποθέσουμε ότι είστε ικανοποιημένοι με αυτόν.Εντάξει!